Sunday, December 4, 2016
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ
(με απλά λόγια και ιστορικά παραδείγματα)
Οικουμενισμός
ονομάζεται η ιδεολογία η οποία ευρίσκεται πίσω από την Οικουμενική
Κίνηση και την τροφοδοτεί ή συνεκδοχικώς είναι η ίδια η Οικουμενική
Κίνηση.
Η Οικουμενική Κίνηση είναι η κίνηση προς ένωση των χριστιανικών ομολογιών – "εκκλησιών" μεταξύ τους. Κύριος φορεύς της δραστηριοποιήσεως αυτής σήμερα είναι το «Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών» (W.C.C. - “World Council of Churches”),
υπό την σκέπη του οποίου συνεργάζονται όλες σχεδόν οι Προτεσταντικές
Κοινότητες, οι Ορθόδοξες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες πλην ολιγίστων, και οι
Αντιχαλκηδόνιες Κοινότητες. Το Βατικανό δεν συμμετέχει στο
Π.Σ.Ε., διότι, με συνέπεια προς τη διακήρυξή του ότι είναι η μόνη «εν
ενεργεία» Εκκλησία επί γης, κρίνει ότι δεν μπορεί να θέτει σε ίση μοίρα
και να συναριθμεί εαυτό με τις εκατοντάδες των υπολοίπων χριστιανικών
ομολογιών, ούτε ακόμη και με τις «σχισματικές» Ορθόδοξες Εκκλησίες · έτσι έχει αποστείλει κατά καιρούς στο Π.Σ.Ε. μόνον παρατηρητές.
Στο
περιθώριο των διαλόγων εντός του Π.Σ.Ε. διοργανώθηκαν από πολλών ετών
και άλλοι θεολογικοί διαλόγοι διμερείς, όπως λ.χ. Ορθοδόξων και
Αντιχαλκηδονίων (Μονοφυσιτών), Ορθοδόξων και Λουθηρανών κ.ο.κ.
Το
Βατικανό, μετά τη Β΄ Βατικάνειο Σύνοδο (1964) άρχισε μια δική του
προσπάθεια ενώσεως των χριστιανών υπό τον Πάπα, η οποία από τη δεκαετία
του 1980 άρχισε – όπως και η δραστηριότης του Π.Σ.Ε. – να απευθύνεται
και στις άλλες θρησκείες, αρχίζοντας από τις λεγόμενες «μονοθεϊστικές»,
τον Ιουδαϊσμό και τον Μωαμεθανισμό (όπως είναι φανερό λ.χ. στις διαθρησκειακές συναντήσεις της Ασσίζης του 1986, 1994 κ.ά. με κυρίαρχη μορφή τον Πάπα)· ανάλογο «άνοιγμα» του Π.Σ.Ε. προς τις έξω θρησκείες άρχισε με τις Συνελεύσεις του Βανκούβερ (1983), της Καμπέρρα (1991) κ.ά.
Ο
Οικουμενισμός εκκίνησε σαν υπόθεση καθαρώς ενδο-προτεσταντική, για την
αποφυγή του σκανδάλου που προκαλούσε ο κατακερματισμός των
προτεσταντικών ομολογιών στο δυτικό κόσμο και στην ιεραποστολή, για τη
διοργάνωση από κοινού των βιβλικών εκδόσεων, την αντιμετώπιση των
αντιχριστιανικών ιδεολογιών, κ.ά. σκοπιμότητες. Ωστόσο, σχετική
Πατριαρχική Εγκύκλιος του Οικουμενικού Πατριαρχείου «Προς τας απανταχού Εκκλησίας του Χριστού»
το 1920, ανατρέποντας την παραδοσιακή Ορθόδοξη Εκκλησιολογία,
προσπάθησε να προσφέρει εκκλησιολογικά ερείσματα που θα ενίσχυαν τη
συμμετοχή των Ορθοδόξων στην Οικουμενική Κίνηση και οδήγησε επιτυχώς σε
πολύ ευρύτερη έκτοτε συμμετοχή των Ορθοδόξων στον Οικουμενισμό. Οι δύο
κύριες οικουμενικές κινήσεις, «Ζωή και Εργασία» και «Πίστις και Τάξις»,
ασχολούμενες η μεν πρώτη με πρακτικά θέματα του χριστιανισμού και η
δεύτερη με την επίλυση των διαφορών πίστεως μεταξύ των χριστιανικών
ομολογιών - εκκλησιών, μετά από μακρές διεργασίες κατά το διάστημα του
μεσοπολέμου, συνενώθηκαν τελικώς στο «Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών», με επίσημη έναρξη της λειτουργίας του το 1948 στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας.
Η
συμμετοχή των Ορθοδόξων στο Π.Σ.Ε. υπήρξε πάντοτε προσεκτική και
επιφυλακτική όχι στον πρακτικό τομέα, δηλαδή προς μια καλύτερη διεθνή
χριστιανική συνεργασία για την αντιμετώπιση πανανθρωπίνων κοινωνικών,
ηθικών και άλλης υφής προβλημάτων (εκπαιδεύσεως, διεθνών σχέσεων, οικονομίας, εκβιομηχανισμού κ.ο.κ.),
αλλ’ έναντι του κινδύνου αλλοιώσεως της ορθοδόξου εκκλησιολογίας και
θεολογίας, αλλοιώσεως που θα εξυπηρετούσε αφ’ ενός μεν μια προσέγγιση με
τους ετεροδόξους ισοπεδωτική και νοθευτική για την Ορθοδοξία, αφ΄
ετέρου δε τη δημιουργία μιας πλασματικής, πρόχειρης και επιφανειακής
ενότητος μεταξύ των Χριστιανών.
Δυστυχώς,
η εγκατάλειψη της αυστηρής εκκλησιολογικής γραμμής των Ορθοδόξων
αντιπροσώπων μετά την Συνέλευση του Νέου Δελχί (1961) και η υιοθέτηση
μιας περισσότερο «ελαστικής» εκκλησιολογίας, χριστολογίας κ.λπ. (αρχής γενομένης από τη Δ΄ Συνέλευση του Π.Σ.Ε., στο Μόντρεαλ, τό 1963)
οδήγησαν σταδιακώς στο σημείο σήμερα να διολισθαίνει σοβαρότατα μακράν
της Αληθείας η ορθόδοξη μαρτυρία προς τον κόσμο, υιοθετώντας επίσημα
κείμενα, όπως αυτό της Θ΄ Συνελεύσεως του Π.Σ.Ε. στο Porto Allegre
(2006), τα οποία ανατρέπουν και αλλοιώνουν παντελώς την αυθεντική απ’
αιώνων διδασκαλία και αυτοσυνειδησία της Ορθοδόξου Εκκλησίας· τα κείμενα
αυτά δίνουν και εσφαλμένη εικόνα περί του τί είναι η Ορθοδοξία, στους
ειλικρινείς θύραθεν μελετητές της. Έτσι, η Οικουμενική Κίνηση σήμερα,
ενώ θα μπορούσε να εκμεταλλευθεί τους θησαυρούς της ορθοδόξου εν γένει
Παραδόσεως και της Θεολογίας, τα οποία είναι αναλλοίωτα από την εποχή
των Αποστόλων, αντιθέτως είχε ως αποτέλεσμα την εμφύτευση του
θεολογικού σχετικισμού στους ορθοδόξους, και (κατά περίπτωση) είτε τον
εκπροτεσταντισμό είτε τον εκλατινισμό της ορθόδοξης διδασκαλίας μεταξύ
των τάξεων των Ορθοδόξων Οικουμενιστών. Η ψευδής ένωση που προωθείται με αυτό τον τρόπο, δεν είναι η ένωση «εν αληθεία» (Γ΄ Ιωάννου 4), η οποία θα διατηρήσει την Εκκλησία, ώστε να έχει «ενα Κύριον, μίαν Πίστιν, εν Βάπτισμα» - σύμφωνα μέ την αποστολική εντολή (Εφεσίους 4,5) – αλλά «ενότητα στη διαφορετικότητα»
(“unity in diversity”) ένα μείγμα ετερόκλητων πίστεων, τελετουργικών
της λατρείας, γραμμών ποιμαντικής αντιμετωπίσεως κ.τ.σ.– που θα τείνει
να δείξει ότι ο Χριστός, ο Θεός Λόγος των Χριστιανών, δεν είναι
Ενοποιός, η Κεφαλή ενός αρμονικού Σώματος, όπου «του πλήθους των πιστευσάντων ην η καρδία καί η ψυχή μία» (Πράξεις 4,32) αλλά είναι Θεός «ακαταστασίας καί ουχί ειρήνης» (πρβλ. Α΄ Κορινθίους 14, 33) ο Οποίος αντίθετα με την αποστολική επισήμανση είναι διηρημένος, «μεμέρισται ο Χριστός» (πρβλ. Α΄ Κορινθίους 1, 13).
Αυτήν την εσφαλμένη, επιφανειακή και μόνον εν πράγματι (“de facto”)
ενότητα και όχι την ενότητα τη θεμελιωμένη στην κοινή Πίστη, ομοφροσύνη
και ομόνοια του Σώματος του Χριστού, εξυπηρετεί η «γραμμή» που επικρατεί
στην Οικουμενική Κίνηση τις τελευταίες δεκαετίες να συζητούνται όχι τα
σημεία διαφωνίας των μελών, ώστε να επιλυθούν, αλλά μόνον τα σημεία
συμφωνίας τους.
Για
τους λόγους αυτούς το θέμα του Οικουμενισμού έχει λάβει διαστάσεις
τεραστίου εσωτερικού εκκλησιαστικού προβλήματος της Ορθοδοξίας, μεταξύ
της μειοψηφίας των Οικουμενιστών, οι οποίοι ως επί το πλείστον κατέχουν
τις ανώτατες διοικητικές Κληρικές θέσεις στις Ορθόδοξες κατά τόπους
Εκκλησίες, και των πολυπληθών επιγνωμόνων και ενήμερων πιστών, Κληρικών,
Μοναχών και λαϊκών, οι οποίοι βλέπουν τον Οικουμενισμό ως μια αίρεση,
στο βαθμό που αυτός τείνει να αποδεχθεί και ενσωματώσει με άνωθεν
επιβολή και πιέσεις, θεολογικά και εκκλησιολογικά στοιχεία που είναι
αλλότρια ή ήδη σε προηγούμενες εποχές απεριμμένα από την Ορθοδοξία.
Δείγμα της διάστασης αυτής, οφειλόμενο εν πολλοίς στις βιαστικές και
απρόσεκτες μεθοδεύσεις των Ορθοδόξων Οικουμενιστών, είναι και το ατυχές
σχίσμα του 1924 (του Παλαιού Ημερολογίου) στην Ελλάδα και αλλού.
http://www.impantokratoros.gr/ti_einai_oikounmenismos.el.aspx
Από το όραμα του Αγίου Νήφωνος Κωσταντιανης για την μέλλουσα Κρίση:
… Έπειτα, ο Κύριος, πρόσταξε να του φέρουν τους Επτά Αιώνες της συστάσεως του κόσμου. Ο
αρχιστράτηγος Μιχαήλ ανέλαβε την εκτέλεση κι αυτής της προσταγής. Γι’ αυτό πήγε αμέσως στον οίκο της διαθήκης και τους έφερε. Ήταν σαν μεγάλα βιβλία και τα τοποθέτησε μπροστά στον Κριτή. Έπειτα στάθηκε παράμερα παρατηρώντας με ευλάβεια πως ξεφυλλίζει ο Κύριος την ιστορία των αιώνων.
Πήρε Εκείνος τον πρώτο Αιώνα, τον άνοιξε και διάβασε:
«Ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, ένας Θεός σε τρία πρόσωπα. Από τον Πατέρα γεννήθηκε ο
Υιός και δημιουργός των αιώνων. Διότι με τον Λόγο του Πατρός, τον Υιό, έγιναν οι Αιώνες, δημιουργήθηκανοι ασώματες Δυνάμεις και στερεώθηκαν οι ουρανοί, η γη, τα καταχθόνια, η θάλασσα, οι ποταμοί και πάντα τα εν αυτοίς». Έπειτα διάβασε λίγο παρακάτω:
«Εικόνα του αόρατου Θεού είναι ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ, με τη γυναίκα του, την Εύα. ΣτονΑδάμ δόθηκε μια εντολή από τον παντοκράτορα Θεό και δημιουργό όλων των ορατών και αοράτων. Είναι ένας νόμος που πρέπει να τηρηθεί με κάθε ασφάλεια και ακρίβεια, ώστε να θυμάται τον δημιουργό του, και να μην ξεχνάει ότι υπάρχει Θεός από πάνω του». Πάλι προχώρησε λίγο:
«Παράβαση στην οποία υπέπεσε η εικόνα του Θεού από απάτη η μάλλον από απροσεξία και
αμέλεια. Αμάρτησε ο άνθρωπος και διώχτηκε απ’ τον παράδεισο με δίκαιη κρίση και απόφαση του Θεού.
Δεν μπορεί να βρίσκεται μέσα σε τόσα αγαθά ο αχρείος παραβάτης!». Πιο κάτω διάβασε:
«Ο Κάιν ρίχτηκε στον Άβελ και τον σκότωσε, κατά την βουλή του διαβόλου. Οφείλει να καεί στη φωτιά της γέεννας, γιατί έμεινε αμετανόητος. Ενώ ο Άβελ θα ζήσει αιώνια».
Κατά τον ίδιο τρόπο ξεφύλλισε τα έξι βιβλία των Αιώνων. Πήρε τέλος τον έβδομο και διάβασε:
«Η αρχή του εβδόμου Αιώνα σημαίνει το τέλος των αιώνων. Αρχίζει να γενικεύεται η κακία, η
πονηρία κι η ασπλαχνία. Οι άνθρωποι του έβδομου Αιώνα είναι πονηροί, φθονεροί, ψεύτες, με υποκριτική αγάπη, φίλαρχοι, υποδουλωμένοι στις σοδομιτικές αμαρτίες». Προχώρησε λίγο, κάτι διάβασε κι έστρεψε αμέσως θλιμμένο το βλέμμα του ψηλά, στήριξε το ένα χέρι στο γόνατο, με το άλλο σκέπασε το πρόσωπο και τα μάτια κι έμεινε συλλογισμένος σ’ αυτή τη στάση ώρα πολλή. Σε λίγο ψιθύρισε:
«Αλήθεια τούτος ο έβδομος Αιώνας ξεπέρασε στην αδικία και την πονηρία όλους τους
προηγούμενους». Διάβασε παρακάτω:
«Οι Έλληνες και τα είδωλά τους γκρεμίσθηκαν με το ξύλο, την λόγχη και τα καρφιά που έμπηξαν οι
σταυρωτές στο ζωηφόρο Σώμα μου».
Σώπασε μερικές στιγμές και πάλι έσκυψε στο βιβλίο.
«Δώδεκα άρχοντες του Μεγάλου Βασιλέως, λευκοί σαν το φως, συντάραξαν τη θάλασσα, στόμωσαν θηρία, έπνιξαν τους νοητούς δράκοντες, φώτισαν τυφλούς, χόρτασαν πεινασμένους και φτώχεψαν πλουσίους. Ψάρεψαν πολλές νεκρωμένες ψυχές ξαναδίνοντάς τους ζωή. Μεγάλος ο μισθός τους!...». Κι έπειτα από λίγο:
«Εγώ ο Αγαπητός διάλεξα και μάρτυρες αθλοφόρους για χάρη μου. Η φιλία τους έφτασε ως τον Oυρανό και η αγάπη τους ως τον θρόνο μου! Ο πόθος τους ως την καρδιά μου και η λατρεία τους με φλογίζει δυνατά. Η δόξα και το κράτος μου είναι μαζί τους!...».
Αφού γύρισε αρκετά φύλλα, ψιθύρισε μ’ ένα χαμόγελο ικανοποιήσεως:
«Ω πανέμορφη και πολύτιμη Νύμφη! Πόσοι αισχροί πάσχισαν να σε μολύνουν! Μα δεν πρόδωσες Εμένα το Νυμφίο σου!... Αμέτρητες αιρέσεις σε απείλησαν, αλλά η πέτρα που πάνω της είσαι θεμελιωμένη δεν σαλεύθηκε, γιατί πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής».
Πιο κάτω ήταν γραμμένες όλες οι αμαρτίες των ανθρώπων, όσες βρήκε ο θάνατος να μην έχουν
ξεπλυθεί στη μετάνοια. Κι ήταν τόσες πολλές, σαν την άμμο της θάλασσας!... Τις διάβασε ο Κύριος
δυσαρεστημένος και κουνούσε το κεφάλι του αναστενάζοντας. Το αμέτρητο πλήθος των αγγέλων στεκόταν περίτρομο από το φόβο της δίκαιης οργής του Κριτού. Όταν ο Κύριος έφτασε στη μέση του Αιώνα αυτού, παρατήρησε:
«Τούτο το έσχατο βιβλίο είναι γεμάτο από τη δυσωδία των αμαρτιών, από τ’ ανθρώπινα έργα, που είναι όλα ψεύτικα και βρωμερά: Φθόνοι, φόνοι, ψεύδη, έχθρες, μνησικακίες. Να πάψει η κυριαρχία της αμαρτίας.
Και λέγοντας αυτά τα οργισμένα λόγια ο Κύριος, έδωσε στον αρχιστράτηγο Μιχαήλ το σύνθημα για
την Κρίση…
(Σημείωση ΛΜΔ: Παρατηρούμε στα παραπάνω, ότι κατ’ αρχάς τα βιβλία που ξεφυλλίζει ο Κύριος, δεν είναι σχετικά με τη χρονολόγηση της Εκκλησίας σε μεγάλους αιώνες (χιλιετηρίδες) από Αδάμ, αλλά ανεξάρτητα, και με τον έβδομο αιώνα να ξεκινάει από τα χρόνια της επί γης παρουσίας του Χριστού. Για τον λόγο αυτό, ο Κύριος
διαβάζοντας τον 7ο αιώνα, αναφέρεται στη Σταύρωσή Του και στο Αποστολικό έργο, ενώ αυτά σύμφωνα με τη χρονολόγηση της Εκκλησίας έγιναν την 6η χιλιετηρίδα (6ο αιώνα) από Αδάμ, και όχι τον 7ο αιώνα.
Εξ’ άλλου σύμφωνα με τα εδώ λεγόμενα, η διακοπή του 7ου αιώνα στη μέση δεν έγινε ακόμη, αν και πέρασαν 2 χιλιετηρίδες από την αρχή του! Αυτό σημαίνει ότι η επιπόλαιη άποψη, κάποιων σχολιαστών του οράματος, πως η μέση του
έβδομου αιώνα είναι το 7.500, είναι αυθαίρετη, εκτός των άλλων και διότι το μέσο της 7ης χιλιετίας, είναι το 6.500 και όχι το 7.500! Οι αιώνες εξ’ άλλου του οράματος δεν είναι χρονολογικά ίσοι μεταξύ τους. Διότι αν ήσαν ίσοι,
Αντί επιλόγου:
τότε έπρεπε να έχουν περάσει τουλάχιστον: 2.000*5 αιώνες + 2.000= 12000 χρόνια από τον φόνο του Άβελ από τον Κάϊν, ενώ η Εκκλησία μας δέχεται ότι πέρασαν, μέχρι το 1992, 7.500 χρόνια από Αδάμ.
Αυτή η χρονικά άνιση περιγραφή των αιώνων από το όραμα, δεν φαίνεται να βοηθάει στη διερεύνηση από χρονολογικής πλευράς. Πράγματι έτσι είναι, αν μείνουμε αποκλειστικά σ’ αυτήν. Υπάρχει όμως μία αναφορά από τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, για το ποια ήταν η πιο διαδομένη άποψη των παλαιοτέρων Πατέρων στο πότε περίπου θα ερχόταν το τέλος του κόσμου. Λέγει λοιπόν ο άγιος, ότι οι Πατέρες, εκτός ενός, συμφωνούν πως το τέλος του κόσμου θα λάβει χώρα κατά τον όγδοο αιώνα, σύμφωνα με την χρονολόγηση της Εκκλησίας. Απορεί μάλιστα για τον άλλο Πατέρα, (άγιο Θεοφύλακτο), που υποστηρίζει ότι ο κόσμος προβλέπεται να τελειώσει περί τον 10ο αιώνα, σύμφωνα με την ίδια χρονολόγηση!
(ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗΝ ΕΠΙΣΤΟΛΗΝ ΙΩΑΝΝΟΥ, κεφ. Β', σελ 496 «…Λοιπόν επειδή κατά τον όγδοον αίωνα, ήτοι κατά τας οκτώ χιλιάδας χρόνους από κτίσεως κόσμου, έχει να γένη η του κόσμου συντέλεια, καθώς είναι γνώμη τινών Πατέρων - Υποσημείωση 22, σελ. 497 - Παρά δε τω Θεοφυλάκτω δεν ηξεύρω πως γράφεται, ότι κατά τας δέκα χιλιάδας χρόνους». (Εδώ το “κατά” σημαίνει περίπου –ΛΜΔ). Οσίου Νικοδήμου Αγιορείτου,
“Ερμηνεία εις τας επτά καθολικάς επιστολάς των Αγίων Αποστόλων”. Έκδοσις Ορθ. Κυψέλη).
Πρέπει να λάβωμε υπ’ όψιν ότι η αναφορά του Αγίου Νικοδήμου ενισχύεται και από νεώτερους Πατέρες, μεταξύ των οποίων ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, και ο Άγιος Καλλίνικος της Τσερνίκα Ρουμανίας, που αποδέχονται, ότι το τέλος του κόσμου θα έρθει κατά τον 8ο αιώνα, δηλ. μέχρι το πολύ σε 500 χρόνια. Η θέση μάλιστα του Αγίου Θεοφυλάκτου, διευκρινίζει τα λόγια του Χριστού στο όραμα του Αγίου Νήφωνος, για τον τρέχοντα αιώνα, (7ον κατά την αρίθμηση του οράματος), που τερματίζεται απότομα στη μέση.
Διότι ο 7ος αιώνας του οράματος ξεκινάει από την γέννηση του Χριστού, πριν δύο χιλιάδες περ. χρόνια, και ίσως επρόκειτο να κρατήσει φυσιολογικά μέχρι (περίπου) και την 10η χιλιετηρίδα από Αδάμ, κατά τη γνώμη του Αγίου Θεοφυλάκτου. Τώρα όμως η αμαρτία οδηγεί πολλούς στον Άδη, και ο Χριστός αποφασίζει να κόψει τον αιώνα αυτό, σύμφωνα με το όραμα, στη μέση. Επομένως το τέλος του κόσμου τοποθετείται πάλι μέσα στον 8ο αιώνα από Αδάμ, δηλ. μέχρι το 2.500 μ.Χ. περίπου. Η ημέρα και η ώρα του τέλους έχουν κρατηθεί μυστικά από τους ανθρώπους και τους αγγέλους. Όμως όσο πλησιάζομε προς το τέλος, τόσο οι αποκαλύψεις πληθαίνουν, τόσο οι γνώσεις για τα γεγονότα που προαναγγέλλουν την συντέλεια αυξάνουν.
Δώσε κάτι, έστω και ελάχιστο, σ’ εκείνον που έχει ανάγκη ( Αγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος )
Μετά την παράβαση, λοιπόν, εμφανίστηκαν οι φθόνοι και οι φιλονικίες και η δολερή τυραννία του διαβόλου, που παρασύρει πάντα με τη λαιμαργία της ηδονής και ξεσηκώνει τους πιο τολμηρούς ενάντια στους πιο αδύνατους. Μετά την παράβαση, το ανθρώπινο γένος χωρίστηκε σε διάφορες φυλές με διάφορα ονόματα και η πλεονεξία κατακερμάτισε την ευγένεια της φύσεως, αφού πήρε και το νόμο βοηθό της.
Εσύ, όμως, να κοιτάς την αρχική ενότητα και ισότητα, όχι την τελική διαίρεση· όχι το νόμο που επικράτησε, αλλά το νόμο του Δημιουργού. Βοήθησε, όσο μπορείς, τη φύση, τίμησε την πρότερη ελευθερία, δείξε σεβασμό στον εαυτό σου, συγκάλυψε την ατιμία του γένους σου, παραστάσου στην αρρώστια, σύντρεξε στην ανάγκη.
Παρηγόρησε ο γερός τον άρρωστο, ο πλούσιος τον φτωχό, ο όρθιος τον πεσμένο, ο χαρούμενος τον λυπημένο, ο ευτυχισμένος τον δυστυχισμένο.
Δώσε κάτι στο Θεό ως δώρο ευχαριστήριο, για το ότι είσαι ένας απ' αυτούς που μπορούν να ευεργετούν και όχι απ' αυτούς που έχουν ανάγκη να ευεργετούνται, για το ότι δεν περιμένεις εσύ βοήθεια από τα χέρια άλλων, αλλ' από τα δικά σου χέρια περιμένουν άλλοι βοήθεια.
Πλούτισε όχι μόνο σε περιουσία, μα και σε ευσέβεια, όχι μόνο σε χρυσάφι, μα και σε αρετή, ή καλύτερα μόνο σε αρετή.
Γίνε πιο τίμιος από τον πλησίον με την επίδειξη περισσότερης καλοσύνης. Γίνε θεός για τον δυστυχισμένο με τη μίμηση της ευσπλαχνίας του Θεού.
Δώσε κάτι, έστω και ελάχιστο, σ' εκείνον που έχει ανάγκη. Γιατί και το ελάχιστο δεν είναι ασήμαντο για τον άνθρωπο που όλα τα στερείται, μα ούτε και για το Θεό, εφόσον είναι ανάλογο με τις δυνατότητές σου. Αντί για μεγάλη προσφορά, δώσε την προθυμία σου. Κι αν δεν έχεις τίποτα, δάκρυσε. Η ολόψυχη συμπάθεια είναι μεγάλο φάρμακο γι' αυτόν που δυστυχεί. Η αληθινή συμπόνια ανακουφίζει πολύ από τη συμφορά.
Δεν έχει μικρότερη αξία, αδελφέ μου, ο άνθρωπος από το ζώο, που, αν χαθεί ή πέσει σε χαντάκι, σε προστάζει ο νόμος να το σηκώσεις και να το περιμαζέψεις (Δευτ. 22:1-4). Πόση ευσπλαχνία, επομένως, οφείλουμε να δείχνουμε στους συνανθρώπους μας, όταν ακόμα και με τ' άλογα ζώα έχουμε χρέος να είμαστε πονετικοί;
«Δανείζει το Θεό όποιος ελεεί φτωχό», λέει η Γραφή (Παροιμ. 19:17). Ποιος δεν δέχεται τέτοιον οφειλέτη, που, εκτός από το δάνειο, θα δώσει και τόκους, όταν έρθει ο καιρός; Και αλλού πάλι λέει: «Με τις ελεημοσύνες και με την τιμιότητα καθαρίζονται οι αμαρτίες» (Παροιμ. 15:27α).
Ας καθαριστούμε, λοιπόν, με την ελεημοσύνη, ας πλύνουμε με το καλό βοτάνι τις βρωμιές και τους λεκέδες μας, ας γίνουμε άσπροι, άλλοι σαν το μαλλί και άλλοι σαν το χιόνι, ανάλογα με την ευσπλαχνία του ο καθένας. «Μακάριοι», λέει, «όσοι δείχνουν έλεος στους άλλους, γιατί σ' αυτούς θα δείξει ο Θεός το έλεός Του» (Ματθ. 5:7). Το έλεος υπογραμμίζεται στους μακαρισμούς. Και αλλού: «Μακάριος είν' εκείνος που σπλαχνίζεται τον φτωχό και τον στερημένο» (Ψαλμ. 40:2). Και: «Αγαθός άνθρωπος είν' εκείνος που συμπονάει τους άλλους και τους δανείζει» (Ψαλμ. 111:5). Και: «Παντοτινά ελεεί και δανείζει ο δίκαιος» (Ψαλμ. 36:26). Ας αρπάξουμε το μακαρισμό, ας τον κατανοήσουμε, ας ανταποκριθούμε στην κλήση του, ας γίνουμε αγαθοί άνθρωποι. Ούτε η νύχτα να μη διακόψει τη ελεημοσύνη σου. «Μην πεις. ''Φύγε τώρα και έλα πάλι αύριο να σου δώσω βοήθεια''» (Παροιμ. 3:28), γιατί μπορεί από σήμερα ως αύριο να συμβεί κάτι, που θα ματαιώσει την ευεργεσία.
Η φιλανθρωπία είναι το μόνο πράγμα που δεν παίρνει αναβολή. «Μοίραζε το ψωμί σου σ' εκείνους που δεν έχουν στέγη» (Ησ. 58:7). Και αυτά να τα κάνεις με προθυμία. «Όποιος ελεεί», λέει ο απόστολος, «ας το κάνει με ευχαρίστηση και γλυκύτητα» (Ρωμ. 12:8).
Με την προθυμία, το καλό σου λογαριάζεται σαν διπλό. Η ελεημοσύνη που γίνεται με στενοχώρια ή εξαναγκασμό, είναι άχαρη και άνοστη. Να πανηγυρίζουμε πρέπει, όχι να θρηνούμε, όταν κάνουμε καλοσύνες.
Μήπως νομίζεις πως η φιλανθρωπία δεν είναι αναγκαία, αλλά προαιρετική; Μήπως νομίζεις πως δεν αποτελεί νόμο, αλλά συμβουλή και προτροπή; Πολύ θα το 'θελα κι εγώ έτσι να είναι. Και έτσι το νόμιζα. Μα με φοβίζουν όσα λέει η Γραφή για εκείνους που, την ημέρα της Κρίσεως, ο Δίκαιος Κριτής βάζει στ' αριστερά Του, σαν κατσίκια, και τους καταδικάζει (Ματθ. 25:31-46). Αυτοί δεν καταδικάζονται γιατί έκλεψαν ή λήστεψαν ή ασέλγησαν ή έκαναν οτιδήποτε άλλο απ' όσα απαγορεύει ο Θεός, αλλά γιατί δεν έδειξαν φροντίδα για το Χριστό μέσω των δυστυχισμένων ανθρώπων.
Όσο είναι καιρός, λοιπόν, ας επισκεφθούμε το Χριστό, ας Τον περιποιηθούμε, ας Τον θρέψουμε, ας Τον ντύσουμε, ας Τον περιμαζέψουμε, ας Τον τιμήσουμε. Όχι μόνο με τραπέζι, όπως μερικοί, όχι μόνο με μύρα, όπως η Μαρία, όχι μόνο με τάφο, όπως ο Αριμαθαίος Ιωσήφ, όχι μόνο με ενταφιασμό, όπως ο φιλόχριστος Νικόδημος, όχι μόνο με χρυσάφι, λιβάνι και σμύρνα, όπως οι μάγοι πρωτύτερα.
Μα επειδή ο Κύριος των όλων θέλει έλεος και όχι θυσία και επειδή η ευσπλαχνία είναι καλύτερη από τη θυσία μυριάδων καλοθρεμμένων αρνιών, ας Του την προσφέρουμε μέσου εκείνων που έχουν ανάγκη, μέσω εκείνων που βρίσκονται σήμερα σε δεινή θέση, για να μας υποδεχθούν στην ουράνια βασιλεία, όταν φύγουμε από τον κόσμο τούτο και πάμε κοντά στον Κύριο μας, το Χριστό, στον οποίο ανήκει η δόξα στους αιώνες. Αμήν.
Αγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος