Thursday, February 27, 2020

Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καί τῆς κολάσεως μᾶς ξυπνοῦν ἀπό τόν ὕπνο.( Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου )

Εἶναι μακάριος ὁ ἄνθρωπος πού Γνωρίζει τήν Αρρώστια του καί φροντίζει γιά τή θεραπεία του. Γιατί αὐτό εἶναι τό θεμέλιο τῆς ἀρετῆς. Ὅσο κανείς ἀφήνει τόν ἑαυτό του σέ μαλθακότητα, τόσο περισσότερο προχωράει μπροστά στήν ἀρετή.
Τήν Αρρώστια του θά τήν καταλάβει κανείς ἀπό τούς πειρασμούς πού ἐπιτρέπει ὁ Θεός. Μέ τούς πειρασμούς γνωρίζει κανείς τήν ἀδυναμία του, ἀλλά καί τή μεγαλωσύνη τῆς βοήθειας πού στέλνει ὁ Θεός.

Τήν ψυχή πρέπει νά τήν Τροφοδοτοῦμε μέ τήν Εγκράτεια καί τήν ἐσωτερική Γαλήνη. Ἔτσι μπορεῖ κανείς νά πλησιάσει τόν Θεό καί νά ὠφεληθεῖ. Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καί τῆς κολάσεως μᾶς ξυπνοῦν ἀπό τόν ὕπνο.
Γιατί ἡ ἁμαρτία καί ὁ διάβολος μᾶς κοιμίζουν, καί τότε χάνουμε κάθε ἐπαφή μέ τό Θεό. Νά μή ξεχνᾶμε ποτέ, ὅτι μόνο ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐκείνη πού σώζει καί ὠφελεῖ τόν ἄνθρωπο. Ὅποιος αἰσθανθεῖ τήν ἀνάγκη τῆς Θείας Βοήθειας κάνει πολλές προσευχές, γίνεται ταπεινός καί αὐξάνει στήν ἀρετή. Ὁ Θεός δέν περιφρονεῖ ποτέ «τήν συντετριμμένην καί τεταπεινωμένην καρδίαν».
Ἡ ταπείνωση βοηθεῖ τόν ἄνθρωπο νά προσελκύσει τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Τότε ἡ καρδιά αἰσθάνεται τή Θεία Βοήθεια καί παίρνει δύναμη. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος αἰσθανθεῖ τή Θεία Βοήθεια ἀμέσως γεμίζει ἡ καρδιά του ἀπό χαρά καί πίστη, καί τρέχει γρήγορα στήν προσευχή, πού εἶναι καταφύγιο βοηθείας,
πηγή σωτηρίας, θησαυρός ἀρετῶν καί λιμάνι πού σώζει τόν ἄνθρωπο ἀπό τίς τρικυμίες τῆς ζωῆς. Ἡ προσευχή ρίχνει φῶς στό σκοτάδι τῆς ψυχῆς.

Εἶναι ἀκόντιο μέ τό ὁποῖο χτυπάει κανείς τόν διάβολο. Καί ἀφοῦ ἀγωνισθεῖ ὁ ἄνθρωπος καί μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ νικήσει, τότε στήν καρδιά του ἔρχεται ἡ εὐφροσύνη τοῦ Θεοῦ. Μόνο μέ τήν ἐπαφή μέ τόν Θεό ὠφελεῖται ὁ ἄνθρωπος. Καί ὅταν καταλάβει ὅτι ἡ προσευχή εἶναι ἕνας θησαυρός πού τόν γεμίζει χαρά καί εὐτυχία, ἀμέσως ἀναπέμπει εὐχαριστίες στόν Θεό.
Καί τότε τό ἔργο τῆς προσευχῆς δέν τό κάνει ἀναγκαστικά, μέ κόπο καί μόχθο, ἀλλά μέ χαρά καί λαχτάρα, γιατί γνωρίζει ὅτι θά ὠφεληθεῖ πολύ ἀπ’ αὐτή. Ὑμνολογεῖ καί δοξάζει τόν Θεό, θαυμάζοντας τή μεγαλωσύνη Του.
Αὐτός πού θά προκόψει στήν προσευχή δέν τήν συγκρίνει μέ κανένα ἀπό τά πράγματα τοῦ κόσμου, τά μάταια καί πρόσκαιρα. Ἡ ἀδιάκοπη προσευχή διώχνει ἀπό τήν ψυχή κάθε φόβο καί δειλία καί τή γεμίζει μέ τήν εὐφροσύνη καί τή χάρη τοῦ Θεοῦ.
Ὅλα αὐτά δημιουργοῦνται στόν ἄνθρωπο ἀπό τή συναίσθηση τῆς ἴδιας του τῆς ἀρρώστιας. Μέ τήν ἐπίμονη προσευχή πλησιάζει τόν Θεό καί μέ πόθο τρέχει σ’ Αὐτόν, γιά νά πάρει φῶς ἀπό τό φῶς Του καί χάρη ἀπό τή χάρη Του.
Ἡ χήρα, πού ἀναφέρει τό Εὐαγγέλιο, παρακαλοῦσε καί φώναζε δυνατά κι’ ἐπίμονα πολλές φορές στόν κριτή, νά τῆς ἀποδώσει τό δίκιο της. Κι ἐκεῖνος εἶπε:
«Τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους δέν τούς φοβᾶμαι οὔτε τούς ὑπολογίζω, ἀλλά γιά τήν ἐπιμονή της θά τῆς κάνω ἐκεῖνο πού ζητάει». Ὅπως λοιπόν ἡ χήρα φώναζε δυνατά γιά τό δίκιο της, ἔτσι κι ἐμεῖς πρέπει νά παρακαλοῦμε μέ ταπείνωση τόν Θεό, νά μᾶς στείλει τά χαρίσματά Του. Γιατί ἡ χήρα τοῦ Εὐαγγελίου πέτυχε αὐτό πού ζητοῦσε, μολονότι ὁ κριτής τήν ἐδίωξε πολλές φορές, προσβάλλοντάς την κατά τόν χειρότερο τρόπο.
Ὁ Θεός γνωρίζει τί μᾶς ὠφελεῖ καί τί ὄχι. Γι’ αὐτό ἄλλοτε μᾶς δίνει ὅ,τι Τοῦ ζητοῦμε καί ἄλλοτε ὄχι. Ὅ Θεός θέλει τό ψυχικό μας συμφέρον, μολονότι πολλές φορές δέν τό καταλαβαίνουμε καί ἀσύνετα ζητᾶμε νά γίνει κάθε αἴτημά μας δεκτό.
Ὁ πολυεύσπλαχνος Θεός ἀναβάλλει μερικές φορές νά στείλει τή χάρη Του, κι’ αὐτό τό κάνει γιά νά φωνάξουμε περισσότερο καί μέ μεγαλύτερη δύναμη στήν προσευχή, κι ἔτσι νά Τόν πλησιάσουμε. Ἀπ’ αὐτά πού τοῦ ζητᾶμε ἄλλα τά δίνει ἀμέσως καί ἄλλα ἀργότερα, ἀποβλέποντας στό ψυχικό μας συμφέρον.
Ἐμεῖς βέβαια θέλουμε νά μᾶς ἀπαντᾶ πάντα ἀμέσως, ἀλλά ὁ Θεός σάν ἄριστος καί μοναδικός παιδαγωγός μᾶς ἀπαντάει τότε, πού θά μᾶς ὠφελήσει ψυχικά. Ἄλλους πάλι τούς ἀφήνει νά δοκιμασθοῦν στούς πειρασμούς, γιά νά ἀποδειχθεῖ ἄν πραγματικά Τόν ἀγαποῦν.
Ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν αἰσθανθεῖ τήν ἀρρώστια του, βρίσκεται σέ μεγάλο κίνδυνο, ἐπειδή, νομίζει ὅτι εἶναι κάτι. Καί τότε ἀπομακρύνεται ὁ Θεός ἀπ’ αὐτόν. Γιατί ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι τό μεγαλύτερο κακό πού ὑπάρχει.
Αὐτός πού ἔχει ὑπερηφάνεια δέν ὑπάρχει περίπτωση νά φτάσει ποτέ στήν τελειότητα.
Ἡ ταπείνωση ἔρχεται μέ τήν συντριβή τῆς καρδιᾶς καί μέ τήν ἀπομάκρυνση τῶν λογισμῶν τῆς ὑπερηφανείας. Κανένα πνευματικό ἔργο δέν μπορεῖ νά σταθεῖ χωρίς τήν ταπείνωση. Μόνο μέ τήν ταπείνωση πλησιάζει κανείς τόν Θεό καί ἔρχεται ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὁ ταπεινός ἄνθρωπος δέν φοβᾶται τόν πολέμο πού τοῦ κάνει ὁ διάβολος μέ τίς αἰσχρές σκέψεις καί τά σαρκικά πάθη. Γνωρίζει ὅτι ὄλ’ αὐτά τά ἐπιτρέπει ὁ Θεός γιά νά μήν πέσει στόν ἐγωϊσμό, στό φοβερό αὐτό καί γεμάτο ἀπό δηλητήριο φίδι.
Ὁ ἄνθρωπος ὅμως δέν πρέπει νά ζητάει ὁ ἴδιος τους πειρασμούς. Αὐτό πού πρέπει νά κάνει εἶναι νά ὑπομένει τίς δοκιμασίες, ὅταν τίς ἐπιτρέπει ὁ Θεός.
Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά εἶναι προσεκτικός καί νά φροντίζει γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς του περισσότερο ἀπ’ ὅλα τά πράγματα. Γιατί ἡ ψυχή μας ἀξίζει περισσότερο ἀπ’ ὅλο τόν κόσμο, εἶπε ὁ Κύριος. Νά κάνει τό καλό, νά ἔχει ΠΙΣΤΗ, νά γνωρίζει τήν ἀδυναμία του καί νά ζητάει ΠΑΝΤΑ τή ΒΟΗΘΕΙΑ τοῦ ΘΕΟΥ.

Η ΑΣΚΗΣΗ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ.
Βασισμένο στούς Ἀσκητικούς Λόγους τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου.