Η Θαυματουργή εικόνα της Παναγίας του Ακαθίστου («Χαίροβο»), που βρίσκεται στην Ιερά Μονή Ζωγράφου σχετίζεται με τα γεγονότα που συνέβησαν στο Αγιο Όρος με την άφιξη σ’ αυτό των απεσταλμένων του αυτοκράτορος Μιχαήλ Παλαιολόγου και του Πάπα, για να φροντίσουν για την εφαρμογή της «Ένωσης των δύο Εκκλησιών» (Ορθοδόξων και Παπικών), που αποφασίστηκε και υπογράφτηκε στην Σύνοδο του Λουγδούνου (Λυών) το 1274. Τότε Πατριάρχης ήταν ο Ιωάννης Βέκκος, ο οποίος ενώ στην αρχή ορθοδοξούσε, όσο λίγοι, στην συνέχεια άλλαξε γνώμη και έγινε υποστηρικτής της ενώσεως, πολέμιος των ανθενωτικών και ιδιαίτερα σκληρός και αμείλικτος κατά των Αγιορειτών.
Ο Μιχαήλ Παλαιόλογος, ανθρωπος φιλόδοξος και πανουργος, όταν στις 25 Ιουλιου 1261 ο στρατηγός Αλέξιος Στρατηγόπουλος, κατέλαβε την Πόλη, εποφελούμενος την Απουσία των Λατίνων σε εκστρατεία στον Πόντο, ενήργησε ως εξής. Χωρίς χρονοτριβή, στέφθηκε αυτοκράτορας στην Αγία Σοφία, αφου προηγουμένως φρόντισε να τυφλώσει τον νόμιμο κληρονόμο του θρόνου Ιωάννη Λάσκαρη. Για να μπορέσει να εξευμενίσει τους Λατίνους και κυρίως τον Πάπα, που ποτέ δεν θα συγχωρούσε την τόσο εξευτελιστική απώλεια της Κων/πολης, προχώρησε σε φιλοφρονήσεις, αναγνωρίσεις πρωτείων και προνομίων, που ουσιαστικά ισοδυναμούσε με την υποταγή της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας στην Παπική δικαιοδοσία. Στην δικαιοδοσία του Μιχαήλ Παλαιολόγου θα έμεινε η διοικητική αρμοδιότητα και η πολιτειακή κυριαρχία της αυτοκρατορίας. Έτσι ενήργησε όλα εκείνα τα λυπηρά και επώδυνα για ένωση που εκτεταμένα είναι γραμμένα στην Βυζαντινή και Εκκλησιαστική Ιστορία. Έτσι βρέθηκαν άνθρωποι του Μιχαήλ Η΄ του Παλαιολόγου στο Άγιο Όρος και μετά από το Πρωτάτο κατευθύνθηκαν προς « επίσκεψη» της Ιεράς Μονής Ζωγράφου.
Σε μια τοποθεσία, που απέχει αρκετή απόσταση από το μοναστήρι του Ζωγράφου και κοντά σε ένα δρόμο, που οδηγεί σ’ αυτό ασκήτευε ένας πολύ ενάρετος γέροντας, που επειδή αισθανόταν μεγάλη ψυχική ευφροσύνη από το περιεχόμενο των τροπαρίων και των Χαιρετισμών του Ακαθίστου Ύμνου, απόκτησε την συνήθεια να τον διαβάζει όρθιος μπροστά από την εικόνα της Θεοτόκου (στην οποία αναφερόμαστε) πολλές φορές το εικοσιτετράωρο. Εκείνη την μέρα και ενώ αυτός βίωνε υπερκόσμιες καταστάσεις και τα χείλη του πρόφεραν δυνατά το «Χαίρε, Νύμφη Ανύμφευτε», άκουσε την Παναγία να του αντιφωνή από την ιερή εικόνα της.
«Χαίρε και σύ, Γέρων του Θεού. Μη φοβού, αλλά απελθών ταχέως εις την Μονήν, ανάγγειλον τοις αδελφοίς και τω Καθηγουμένω, ότι οι εχθροί εμού τε και του Υιού μου επλησίασαν. Όστις ούν υπάρχει ασθενής τω πνεύματι εν υπομονή κρυβήτω, έως του παρελθείν τον πειρασμόν. Οι δε στεφάνων μαρτυρικών εφιέμενοι παραμενέτωσαν εν τη Μονή. Άπελθε ούν ταχέως…»
Μόλις συνήλθε ο Γέροντας από το θαυμαστό γεγονός, αφήκε το ησυχαστήριό του και έτρεξε προς το μοναστήρι για να εξαγγείλει τα δεινά που πλησιάζουν και τις οδηγίες της Θεομήτορος. Αλλά στα προπύλαια της Μονής γνώρισε και βίωσε και δεύτερο θαυμαστό γεγονός. Στην πύλη της Μονής στεκόταν και τον περίμενε η εικόνα της Παναγίας του κελλιού του, μπροστά στην οποία εδώ και χρόνια απήγγειλε τους Αρχαγγελικούς Χαιρετισμούς και από την οποία άκουσε την ίδια φωνή και εντολή. Με βαθύτατη συγκίνηση έπεσε και την προσκύνησε και αφού την πήρε στα χέρια του παρουσιάσθηκε στον ηγούμενο και στους αδελφούς, εξιστόρησε το θαύμα και γνωστοποίησε την προειδοποίηση της Θεοτόκου.
Με έντονη ανησυχία αλλά και βαθειά ευγνωμοσύνη οι Ζωγραφίτες πατέρες προσκύνησαν την ιερή και θαυματουργή εικόνα και έπραξαν ό,τι τους υπέδειξε η Παναγία. Οι ασθενέστεροι και πιο δειλοί κρύφθηκαν στα γειτονικά δύσβατα και δασώδη μέρη, είκοσιέξι όμως θαραλλέοι, με πρώτο τον ηγούμενο κλείστηκαν στον Πύργο της Μονής και ετοιμάστηκαν για μαρτυρικό θάνατο σύμφωνα με την πρόρρηση της Παναγίας.
Σε λίγο κατέφθασαν και οι ενωτικοί του αυτοκράτορα Μιχαήλ και οι παπικοί συνοδοί τους και άρχισε μεταξύ αυτών και των εγκλείστων διάλογος. Κολακευτικοί και με πολλές υποσχέσεις οι πρώτοι, για «καλά και ωφέλιμα» για την Μονή και το Όρος. Απόλυτα αρνητικοί οι έγκλειστοι και αυστηρότατοι επικριτικοί των ενωτικών προσπαθειών, απορρίπτοντας πλήρως την αποδοχή του Πάπα σαν Κεφαλή της Εκκλησίας και σαν αντιπρόσωπο του Χριστού στην γη. Η τελευταία δήλωσή των ήταν ότι προτιμούσαν να πεθάνουν παρά να ανοίξουν τις Πύλες και παραδώσουν την Μονή τους στην υποταγή του Πάπα και στην αιρετική βεβήλωση. Όταν τα άκουσαν αυτά οι Λατίνοι, έφρυξαν από θυμό και οργή και αφού περικύκλωσαν τον Πύργο με μεγάλες ποσότητες φρυγάνων και ξύλων τον επυρπόλησαν. Οι πατέρες προσευχόμενοι κάηκαν, πεθαίνοντας με φρικτό τρόπο. Το γεγονός αυτό συνέβη την 10η Οκτωβρίου του 1274, ημερομηνία κατά την οποία η Εκκλησία εορτάζει την μνήμη τους σαν ιερομάρτυρες. Σε κώδικα της Μονής υπάρχει κατάλογος που είναι γραμμένα τα ονόματα των ιερομαρτύρων.
Όταν μετά την συμφορά και την απομάκρυνση των κακούργων επέστρεψαν οι πατέρες που είχαν κρυφθεί, απομακρύνοντας τα αποκαΐδια από τον Πύργο και τα άγια λείψανα των μαρτύρων, βρήκαν ακέραια και άβλαπτη την Θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, που είχαν πάρει μαζί τους όταν κλείστηκαν στον Πύργο για βοήθεια και ενθάρρυνση στο μαρτύριό τους. Με πολλή ευλάβεια την μετέφεραν και την τοποθέτησαν στο τέμπλο του ιερού ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, όπου υπάρχει μέχρι σήμερα. Οι Ζωγραφίτες πατέρες φροντίζουν ώστε το κανδήλι της να καίει «ακοιμήτως». Την αποκαλούν «Χαίροβο», που είναι το Αρχαγγελικό Χαίρε, στα βουλγαρικά. Χαίροβο επίσης αποκαλούν και την τοποθεσία που ησύχαζε ο άγιος εκείνος Γέροντας, που καταξιώθηκε του Θεομητορικού χαιρετισμού. Προς τιμήν της Αειπαρθένου και σε ανάμνηση του θαύματος και της εύνοιας προς την Μονή, καθιερώθηκε στις θείες λειτουργίες αντί του Κοινωνικού να διαβάζεται μπροστά από την θαυματουργή εικόνα ο Ακάθιστος Ύμνος.
Ο Μιχαήλ Παλαιόλογος, ανθρωπος φιλόδοξος και πανουργος, όταν στις 25 Ιουλιου 1261 ο στρατηγός Αλέξιος Στρατηγόπουλος, κατέλαβε την Πόλη, εποφελούμενος την Απουσία των Λατίνων σε εκστρατεία στον Πόντο, ενήργησε ως εξής. Χωρίς χρονοτριβή, στέφθηκε αυτοκράτορας στην Αγία Σοφία, αφου προηγουμένως φρόντισε να τυφλώσει τον νόμιμο κληρονόμο του θρόνου Ιωάννη Λάσκαρη. Για να μπορέσει να εξευμενίσει τους Λατίνους και κυρίως τον Πάπα, που ποτέ δεν θα συγχωρούσε την τόσο εξευτελιστική απώλεια της Κων/πολης, προχώρησε σε φιλοφρονήσεις, αναγνωρίσεις πρωτείων και προνομίων, που ουσιαστικά ισοδυναμούσε με την υποταγή της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας στην Παπική δικαιοδοσία. Στην δικαιοδοσία του Μιχαήλ Παλαιολόγου θα έμεινε η διοικητική αρμοδιότητα και η πολιτειακή κυριαρχία της αυτοκρατορίας. Έτσι ενήργησε όλα εκείνα τα λυπηρά και επώδυνα για ένωση που εκτεταμένα είναι γραμμένα στην Βυζαντινή και Εκκλησιαστική Ιστορία. Έτσι βρέθηκαν άνθρωποι του Μιχαήλ Η΄ του Παλαιολόγου στο Άγιο Όρος και μετά από το Πρωτάτο κατευθύνθηκαν προς « επίσκεψη» της Ιεράς Μονής Ζωγράφου.
Σε μια τοποθεσία, που απέχει αρκετή απόσταση από το μοναστήρι του Ζωγράφου και κοντά σε ένα δρόμο, που οδηγεί σ’ αυτό ασκήτευε ένας πολύ ενάρετος γέροντας, που επειδή αισθανόταν μεγάλη ψυχική ευφροσύνη από το περιεχόμενο των τροπαρίων και των Χαιρετισμών του Ακαθίστου Ύμνου, απόκτησε την συνήθεια να τον διαβάζει όρθιος μπροστά από την εικόνα της Θεοτόκου (στην οποία αναφερόμαστε) πολλές φορές το εικοσιτετράωρο. Εκείνη την μέρα και ενώ αυτός βίωνε υπερκόσμιες καταστάσεις και τα χείλη του πρόφεραν δυνατά το «Χαίρε, Νύμφη Ανύμφευτε», άκουσε την Παναγία να του αντιφωνή από την ιερή εικόνα της.
«Χαίρε και σύ, Γέρων του Θεού. Μη φοβού, αλλά απελθών ταχέως εις την Μονήν, ανάγγειλον τοις αδελφοίς και τω Καθηγουμένω, ότι οι εχθροί εμού τε και του Υιού μου επλησίασαν. Όστις ούν υπάρχει ασθενής τω πνεύματι εν υπομονή κρυβήτω, έως του παρελθείν τον πειρασμόν. Οι δε στεφάνων μαρτυρικών εφιέμενοι παραμενέτωσαν εν τη Μονή. Άπελθε ούν ταχέως…»
Μόλις συνήλθε ο Γέροντας από το θαυμαστό γεγονός, αφήκε το ησυχαστήριό του και έτρεξε προς το μοναστήρι για να εξαγγείλει τα δεινά που πλησιάζουν και τις οδηγίες της Θεομήτορος. Αλλά στα προπύλαια της Μονής γνώρισε και βίωσε και δεύτερο θαυμαστό γεγονός. Στην πύλη της Μονής στεκόταν και τον περίμενε η εικόνα της Παναγίας του κελλιού του, μπροστά στην οποία εδώ και χρόνια απήγγειλε τους Αρχαγγελικούς Χαιρετισμούς και από την οποία άκουσε την ίδια φωνή και εντολή. Με βαθύτατη συγκίνηση έπεσε και την προσκύνησε και αφού την πήρε στα χέρια του παρουσιάσθηκε στον ηγούμενο και στους αδελφούς, εξιστόρησε το θαύμα και γνωστοποίησε την προειδοποίηση της Θεοτόκου.
Με έντονη ανησυχία αλλά και βαθειά ευγνωμοσύνη οι Ζωγραφίτες πατέρες προσκύνησαν την ιερή και θαυματουργή εικόνα και έπραξαν ό,τι τους υπέδειξε η Παναγία. Οι ασθενέστεροι και πιο δειλοί κρύφθηκαν στα γειτονικά δύσβατα και δασώδη μέρη, είκοσιέξι όμως θαραλλέοι, με πρώτο τον ηγούμενο κλείστηκαν στον Πύργο της Μονής και ετοιμάστηκαν για μαρτυρικό θάνατο σύμφωνα με την πρόρρηση της Παναγίας.
Σε λίγο κατέφθασαν και οι ενωτικοί του αυτοκράτορα Μιχαήλ και οι παπικοί συνοδοί τους και άρχισε μεταξύ αυτών και των εγκλείστων διάλογος. Κολακευτικοί και με πολλές υποσχέσεις οι πρώτοι, για «καλά και ωφέλιμα» για την Μονή και το Όρος. Απόλυτα αρνητικοί οι έγκλειστοι και αυστηρότατοι επικριτικοί των ενωτικών προσπαθειών, απορρίπτοντας πλήρως την αποδοχή του Πάπα σαν Κεφαλή της Εκκλησίας και σαν αντιπρόσωπο του Χριστού στην γη. Η τελευταία δήλωσή των ήταν ότι προτιμούσαν να πεθάνουν παρά να ανοίξουν τις Πύλες και παραδώσουν την Μονή τους στην υποταγή του Πάπα και στην αιρετική βεβήλωση. Όταν τα άκουσαν αυτά οι Λατίνοι, έφρυξαν από θυμό και οργή και αφού περικύκλωσαν τον Πύργο με μεγάλες ποσότητες φρυγάνων και ξύλων τον επυρπόλησαν. Οι πατέρες προσευχόμενοι κάηκαν, πεθαίνοντας με φρικτό τρόπο. Το γεγονός αυτό συνέβη την 10η Οκτωβρίου του 1274, ημερομηνία κατά την οποία η Εκκλησία εορτάζει την μνήμη τους σαν ιερομάρτυρες. Σε κώδικα της Μονής υπάρχει κατάλογος που είναι γραμμένα τα ονόματα των ιερομαρτύρων.
Όταν μετά την συμφορά και την απομάκρυνση των κακούργων επέστρεψαν οι πατέρες που είχαν κρυφθεί, απομακρύνοντας τα αποκαΐδια από τον Πύργο και τα άγια λείψανα των μαρτύρων, βρήκαν ακέραια και άβλαπτη την Θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, που είχαν πάρει μαζί τους όταν κλείστηκαν στον Πύργο για βοήθεια και ενθάρρυνση στο μαρτύριό τους. Με πολλή ευλάβεια την μετέφεραν και την τοποθέτησαν στο τέμπλο του ιερού ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, όπου υπάρχει μέχρι σήμερα. Οι Ζωγραφίτες πατέρες φροντίζουν ώστε το κανδήλι της να καίει «ακοιμήτως». Την αποκαλούν «Χαίροβο», που είναι το Αρχαγγελικό Χαίρε, στα βουλγαρικά. Χαίροβο επίσης αποκαλούν και την τοποθεσία που ησύχαζε ο άγιος εκείνος Γέροντας, που καταξιώθηκε του Θεομητορικού χαιρετισμού. Προς τιμήν της Αειπαρθένου και σε ανάμνηση του θαύματος και της εύνοιας προς την Μονή, καθιερώθηκε στις θείες λειτουργίες αντί του Κοινωνικού να διαβάζεται μπροστά από την θαυματουργή εικόνα ο Ακάθιστος Ύμνος.