Monday, April 30, 2018

Όχι παιδί μου. Πώς το πήρατε έτσι; ( Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός )

Συζήτηση με τόν Γ. Ιωσήφ τόν Βατοπαιδινό

Ερ: Γιατί το δρόμο της θυσίας δεν τον κάνουμε μόνοι μας, ενώ ο Χριστός τον έκανε μόνος του;

Γέροντας: Εκείνος τον έκανε μόνος του, επειδή ήταν ο ίδιος ο Θεός, ο σεσαρκωμένος Λόγος του Θεού. Αυτός που βλέπαμε εμείς, ήταν ο άνθρωπος Ιησούς. Αλλά ο άνθρωπος Ιησούς είχε μέσα και τον Λόγο, και τον Θεό Ιησού.
Όντας μαζί Θεός και άνθρωπος, είχε ενδημούσα τη θεία Χάρη. Συμπαρίστατο, συνεβάδιζε η θεία Χάρη μαζί του. Αυτός, ο οποίος είναι η αυτοζωΐα, είναι δικός μας, είναι η κεφαλή του σώματός μας. Γιατί αυτόν τον φοράμε. «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε». Τον «ενεδύθημεν» με το βάπτισμα και τον φοράμε μέσα μας με την μετοχή των μυστηρίων κάθε μέρα.
Είναι «σύναιμος και σύσσωμος» μαζί μας. Δεν είναι κάπου μακρυά και να τον επικαλεσθούμε για να ξεκινήσει να έρθει. Είναι ήδη μέσα μας. Επικαλούμενοι τη συμπαράσταση της Χάριτός του «πάντα ισχύομεν εν τω ενδυναμούντι ημάς Χριστώ», όπως λέει ο Παύλος.
Είπα όμως ότι βάση θα είναι αυτή.
Όταν η βάση θα είναι αυτή και στις δύσκολες στιγμές θα προσπαθήσει ο σατανάς να σας απειλήσει. Να μην χάνετε το θάρρος σας, δεν πρόκειται να γίνει τίποτε από όσα σας απειλεί. « Μείζων ει ο εν υμίν ή ο εν τω κόσμῳ».

Ερ: Ο Υιός προσεφέρθει ως λύτρον για τις αμαρτίες των ανθρώπων. Σε ποιόν όμως; Ο Πατέρας, δεν το θέλει αυτό, γιατί αγαπά τον Υιό. Σε ποιόν προσφέρθηκε;

Γέροντας: Όχι παιδί μου. Πώς το πήρατε έτσι; Δεν προσφέρθηκε σαν λύτρον, ούτε υπάρχει διαφορά μεταξύ Πατρός και Υιού. Διαφορά θελήσεων δηλαδή μεταξύ των προσώπων τις Αγίας Τριάδος. Ὅ,τι θέλει ο Πατέρας, θέλει και ο Υιός. Αν και είναι αυτοτελή πρόσωπα δεν υπάρχει διαφορά θελήσεων και γνωμών.
Η φύσις είναι μία αλλά τα πρόσωπα είναι τρία, αυτοτελή. Είναι όμως ομόγνωμα. «Τη ευδοκία του Πατρός, τη κενώσει του Λόγου και τη συνεργείᾳ του Αγίου Πνεύματος» έγινε η σωτηρία του ανθρώπου.
Ο Λόγος του Θεού δεν εξυπηρέτησε κάποιον, αλλά από παναγάπη κινούμενος έγινε αναδημιουργός, αφού ήταν και ο δημιουργός. Και ένας λόγος παραπάνω. Επειδή επρόκειτο ο Λόγος του Θεού να λάβει και δευτέραν φύσιν για να μη μετακινηθεί η ιδιότητα των τριών προσώπων, ο Πατήρ να μένει πάντοτε Πατήρ και ο Υιός να μένει πάντοτε Υιός και το Άγιο Πνεύμα να μένει πάντοτε Παράκλητος, έπρεπε αυτό το πρόσωπο να σαρκωθεί που ήταν Υιός Θεού και να γίνει και Υιός ανθρώπου.
Όχι ότι έκανε υπακοή και δόθηκε λύτρον. Αυτά τα παραδέχονται οι Προτεστάντες και οι Καθολικοί. Εξ αγάπης κινούμενος και μόνον εξ αγάπης. Όπως εξ αγάπης κινούμενος δημιούργησε τα πάντα, για να μεταδώσει την αγάπη στα κτίσματά του, και όχι από αναγκαιότητα, όπως πίστευαν οι αρχαίοι Έλληνες.
Ο Λόγος του Θεού είναι το μέσον διά του οποίου κατασκευάσθηκε η κτίση. Αυτός λοιπόν ο Λόγος «ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου», που όρισε ο Βασιλεύς των αιώνων, ήλθε «κενώσας εαυτόν» χωρίς να έχει καμία προσταγή, ούτε να γίνεται θυσία, εξ αγάπης και μόνον κινούμενος. Σ’ αυτήν την αγάπη συμμετέσχε και ο Πατέρας και το Πνεύμα το Άγιο. «Ο Πατήρ ευδόκησεν ο Λόγος σαρξ εγένετο».
Ο Λόγος του Θεού υπήρχε πάντοτε εις τους κόλπους του Πατρός. Περιγράφοντες τον Θεό Πατέρα ως νουν, είχε πάντοτε τον Λόγο. Δεν υπήρχε νους χωρίς Λόγο ποτέ. Ο Λόγος υπήρχε πάντοτε, ταυτοχρόνως, αϊδίως. Ευρίσκετο μέσα στην απέραντη ηρεμία της θεοπρεπούς μεγαλοσύνης.
Όταν θέλησε ο Θεός να δημιουργήσει τα κτίσματα, μοχλός της δημιουργίας ήταν ο Λόγος. «Είπε και εγεννήθησαν». Ταυτοχρόνως φάνηκε μαζί με τα κτίσματα και ο Λόγος που ήταν αφανής μέχρι τότε. «Πάντα δι’ αυτού εγένετο», λέει ο Ιωάννης, και «χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ο γέγονεν».
Όταν ήλθε ο καιρός που έπρεπε να επαναφέρει σε ισορροπία την επαναστατημένη κτίση, αυτός ο Λόγος παρουσιάσθηκε και «εκένωσεν εαυτόν». Τί σημαίνει «εκένωσεν»; Μίκρυνε, για να μπορέσει να πλησιάσει την κτίση, όπως λέει σε έναν ωραίο λόγο του ο Αββᾶς Ισαάκ. Ταπεινώθηκε και μίκρυνε ώστε να μην αφανισθεί η κτίση από την παρουσία του και για να μπορέσει να συνομιλήσει με αυτήν.
Το βαθύτερο είναι το εξής. Για να πάρει πάνω του την κτίση ώστε να της μεταφέρει αγιασμό υποστατικό. Μέσω της ανθρώπινης φύσεως φόρεσε τον κτιστό κόσμο και μετέφερε όλες τις θεοπρεπείς ενέργειες της Χάριτός του, ώστε έτσι να αγιάσει υποστατικά την κτίση. Όχι εξ ανάγκης. Άρα δεν είναι θύμα.

Ερχόμαστε τώρα σε άλλη θεωρία. Στο Ευαγγέλιο αναφέρεται ότι όταν επέστρεψαν από την αποστολή του κηρύγματος οι ενδομήκοντα μαθητές μετά χαράς έλεγαν στον Κύριό μας. «Κύριε, και τα δαιμόνια υποτάσσεται ημίν εν τω ονόματι σου». Τότε ο Κύριος λέει. «Είδον τον σατανάν ως αστραπήν εκ του ουρανού πεσόντα».
Φυσικά εμείς θα το μεταμορφώσομε αυτό. Δεν έπρεπε έτσι να λεχθεί. Αλλά «ο πράος και ταπεινός τη καρδίᾳ» Ιησούς μας, πάντοτε απέφευγε τις επιδείξεις. Αυτός μπορούσε να πει ότι αυτόν τον οποίον τώρα εσείς λέτε ότι υποτάσσεται εν τω ονόματι μου είναι αυτός, τον οποίον εγώ γκρέμισα από τον ουρανό, και ήμουν παρών, όταν έπεφτε σαν αστραπή. Η λέξη «εγώ» αποφευγόταν από τον Κύριό μας.

Μπαίνομε στο βαθύτερο θεολογικό νόημα και ερμηνεύομε στο πως έγινε η πτώση. Η πτώση, λέει ο Κύριός μας, έγινε σαν αστραπή. Σε χρόνο αστραπής. Τα δισεκατομμύρια των πεπτωκότων αγγέλων σε χρόνο αστραπής έπαθαν δύο μεταμορφώσεις.
Πρώτα, αφήρεσε ο Θεός από πάνω τους το φωτισμό, την αξιοπρέπεια και την τελειότητα που είχαν. Και ταυτόχρονα τους μετέβαλε και τη μορφή. Όπως αναφέρουν οι Πατέρες, το τάγμα του εωσφόρου ήταν το ωραιότερο. Σε χρόνο αστραπής τους γκρέμισε, τους πήρε τον αγιασμό, το φως, και τους μετέβαλε τη μορφή.

Ερχόμαστε στη δεύτερη μορφή της αποκαλύψεως. Όπως λέει ο Κύριός μας προσδοκούμε «ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος». Πώς περιγράφεται στην Εκκλησία μας το ζήτημα της παλιγγενεσίας, της δευτέρας παρουσίας;
Δεν λέει «ως αστραπή εισέρχεται από ανατολών και φαίνεται μέχρι δυσμών», θα γίνει η παρουσία του Λόγου του Θεού; Και σ’ αυτό το χρονικό διάστημα θα αναστηθούν όλοι οι άνθρωποι και θα παρασταθούν ενώπιον του;

Ένας σοβαρός άνθρωπος δεν επιτρέπεται να παραδέχεται τη θεωρία του καθενός. Εμείς ενδείξεις δεν θέλομε, αποδείξεις θέλομε. Εμείς πιστεύομε σε Θεό συγκεκριμένο, όχι αφηρημένο, με την κένωση του οποίου είμεθα υποστατικά ενωμένοι μαζί του. Και ιδού ο αγιασμός. Άλλωστε μη ξεχνάτε ότι υπάρχει ο σατανάς, ο οποίος πολεμά.
Δεν είδατε στις ημέρες των Αποστόλων την παιδίσκη «την έχουσαν πνεύμα πύθωνος», η οποία συνεχώς εμαντεύετο, επρόλεγε.
Πώς προλέγει ο σατανάς; Ο σατανάς ως υπερφυσικό φαινόμενο υπάρχει και έχει υπερφυσικές ικανότητες και λόγω της λεπτότητας της φύσεώς του και της κινήσεως που έχει. Διότι κινείται όπως ο νους.
Σκεφθείτε την κίνηση του νου μας, πώς είναι. Αυτήν την ώρα είσαι εδώ, μετά σκέφτεσαι την Νέα Υόρκη, σκέφτεσαι το Λονδίνο, σκέφτεσαι την πατρίδα. Σε πόσα κλάσματα δευτερολέπτου γίνεται αυτή η κίνηση; Έτσι κινούνται οι Άγγελοι και οι δαίμονες. Οι άνθρωποι και οι Άγγελοι βλέπουν κατά μετοχήν της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, όπως βλέπει ο Θεός.
Όχι τα πάντα, αλλά όσο τους επιτρέψει να βλέπουν. Μόνον αυτοί όμως. Οι δαίμονες ως πνεύματα που είναι «εικάζουν». Από την μακροχρόνια παράταση της ζωής τους έχουν αποκτήσει πολλές εμπειρίες. Βλέπουν π.χ. κάποιον που ξεκίνησε από το Λονδίνο να έλθει εδώ. Εάν εμείς είμαστε γνωστοί μπορούσα να έβλεπα στον ύπνο μου όνειρο ότι έρχεται εδώ. Θα μου το έδειχναν αυτοί.
Αφού τον βλέπουν που ετοιμάζει τις βαλίτσες του, το διαβατήριό του. Ακαριαίως αυτοί κινούνται. Ύστερα υπάρχουν και άλλα σύμβολα μέσα στην κτίση που τους βοηθούν αυτούς. Είναι τα εξής. Όπως εδώ στην κοινωνία υπάρχει η αστυνομία, ο στρατός, οι διάφορες αρχές και υπάρχει τάξη, και βλέπομε και καταλαβαίνομε π.χ. από τα διακριτικά σημεία ποιός ανήκει στο ναυτικό, στην αεροπορία κλπ. έτσι και οι δαίμονες βλέπουν ποιοί είναι καθορισμένοι για σωτηρία.
Λέει ο Παύλος ότι «ο Θεός ο προορίσας ημάς από καταβολής κόσμου», άρα αυτοί που είναι για σωτηρία έχουν πάνω τους σύμβολα από τη Χάρη του Θεού και αυτά τα βλέπουν οι δαίμονες ως πνεύματα και καταλαβαίνουν.
Στο βίο του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος βλέπουμε ότι όταν μαρτυρούσε ο Άγιος και τους μάστιζε, φώναζαν οι δαίμονες. «Δεν τον ξέραμε αυτόν ότι θα μας κάψει; Από τη γέννησή του, δεν είδαμε ότι θα γινόταν τέτοιος;». Από τη γέννησή του είχε σύμβολα πάνω του και ήξεραν από τότε ότι θα γίνει άνθρωπος του Θεού.
Απ’ αυτή την άποψη, όχι από προφητεία. Δεν έχουν προφητεία αυτοί, γιατί έχασαν την χάρη και είναι σκοτισμένοι και ζοφεροί. Αλλά από την λεπτότητα της κινήσεώς τους, την εμπειρία τους και από το πλησίασμα στους αγγέλους, που αναμειγνύονται μαζί τους καταλαβαίνουν. Όλη η κτίση συντηρείται από τους αγγέλους.
Κατά προσταγήν Θεού οι άγγελοι κρατούν την κτίση σε αρμονία. Αυτούς τους αγγέλους τους βλέπουν οι δαίμονες και συμπεραίνουν. Θα γίνει εδώ μία θεομηνία ή ένας σεισμός. Διατάζει ο Θεός τους φύλακες αγγέλους να φύγουν. Τότε οι δαίμονες βλέπουν, ότι κάτι θα γίνει εδώ. Ξέρουν από προηγούμενα.
Μέσω των μαντείων, των μαγισσών και των μέντιουμ λένε και αυτοί. Τις περισσότερες φορές τα λένε συγκεχυμένα και άλλες διαψεύδονται. Διότι αλλάζει η απόφαση. Αποφασίζει ο Θεός να καταστρέψει αυτό το μέρος.
Τότε είτε αυτοί που είναι ζωντανοί και είναι εδώ, αρχίζουν να προσεύχονται είτε αυτοί που έχουν πεθάνει και έχουν παρρησία προσεύχονται και αλλάζει το σχέδιό του ο Θεός. Οι δαίμονες είδαν και είπαν οι μάγισσες ότι θα καταστραφεί, αλλά δεν καταστράφηκε. Διότι άλλαξαν οι άνθρωποι τη γνώμη, άλλαξε και ο Θεός την απόφαση.
Στην Νινευί δεν είπε; Γι’ αυτό δεν ήθελε να πάει ο Ιωνάς να κηρύξει. Ήξερε ότι θα μετανοήσουν αυτοί, θα μετανοήσει ο Θεός και αυτός θα φαινόταν ψεύτης. Γι’ αυτό έφυγε και ο Θεός τον πήρε με το ζόρι.

Ερ: Αυτή η προαίσθηση ότι θα ερχόταν κάποιος δεν εξηγείται με την τηλεπάθεια;

Γέροντας: Τηλεπάθεια δεν υπάρχει. Είναι αυτά που είπαμε. Είτε υπάρχει η Χάρη του Θεού ή η πλάνη των δαιμόνων. Όταν ο άνθρωπος αρχίσει να ζει χριστιανικά, αφού βγει από το περιθώριο της παρά φύσιν ζωής, της αμαρτωλής, αρχίσει να ζει φυσιολογικά. Από τα φυσιολογικά ανεβαίνει στα υπέρ φύσιν προς τον αγιασμό.
Τότε αρχίζει μέσα του να ξυπνά η διαίσθηση, που είναι χάρισμα, που είχε πριν από την πτώση. Μετά από την διαίσθηση, ακολουθεί η διόραση. Τη διόραση ακολουθεί η προόραση. Μετά γίνεται προφητεία αυξανομένης της χάριτος.
Σ’ αυτές τις καταστάσεις όταν βρίσκεται ένας ευλαβής άνθρωπος με διαίσθηση, διόραση, προόραση και προφητεία θα τα δει αυτά, αν θα τα δει. Μόνον έτσι. Αλλοιώς είναι τσαρλατάνικα.
Τί σημαίνει τηλεπάθεια; Ο άνθρωπος ο «πεπτωκώς» είναι πεπτωκώς. Ο αμαρτωλός άνθρωπος είναι στερημένος πάντων. Δεν του μένει τίποτε. Αυτό πού λέτε για μεταβίβαση σκέψεως από άνθρωπο σε άνθρωπο γίνεται μόνο με την ενέργεια του σατανά.

Ερ: Τό βλέπουμε σε επιστημονικά βιβλία!

Γεροντας: Η μαγεία ήταν επιστημονικός όρος. Η Αγία Αικατερίνη ήταν κάτοχος της μαγείας και πόσοι άλλοι Πατέρες, πριν να μπουν μέσα στη Χάρη του Θεού.

Ερ: Κάτι πρακτικότερο θα ρωτούσα, που πολλές φορές το ρωτούν τα παιδιά. Λέει ο Απ. Παύλος ότι ο άνδρας και η γυναίκα είναι ίσοι απέναντι του Θεού. Γιατί δεν επιτρέπεται η ιεροσύνη στη γυναίκα; Ενώ η γυναίκα έγινε Θεομήτωρ.

Γέροντας: Η Θεομήτωρ κατ’ εξαίρεση μία ήταν. Εξελέγει για να εξυπηρετήσει την «κένωσιν» του Θεού Λόγου. Αυτό είναι ανεπανάληπτο. Την αιτία της πτώσεως την δημιούργησε η γυναίκα. Απεδείχθη ότι ήταν το ασθενέστερο μέρος.
Ως το ασθενέστερο μέρος δεν είχε ποτέ εμπιστοσύνη να εκπροσωπήσει αυθεντικά. Απόδειξη ότι ήταν η αιτία της πτώσεως αυτή. Εάν εξελέγει μία κόρη να εξυπηρετήσει στην οικονομία αυτήν ήταν κατ’ εξαίρεση η μία, γιατί δεν μπορούσε να γίνει αλλοιώς.
Έπρεπε και αυτός να γίνει άνθρωπος και έπρεπε να γεννηθεί από φυσικούς όρους. Έπρεπε να βρεθεί κάποια κόρη που θα το κάνει αυτό. Βέβαια στον αγιασμό μπαίνουν και οι γυναίκες. Στην πραγματικότητα ο Θεός δεν δημιούργησε γυναίκα, άνδρα δημιούργησε. Προέβλεπε την πτώση και δημιούργησε τη γυναίκα για βοηθό. Βοηθό στην περίσταση της μεταπτωτικής καταστάσεως.
Στο μέλλον καταργείται πάλιν η γυναικεία φύση. Επανέρχεται στην πρώτη δημιουργία «ότι άνδρα κατασκεύασε ο Θεός». Επομένως δεν μπαίνει εδώ μέσα σαν ολοκληρωμένη προσωπικότης. Αν και της εδόθη προσωπικότης χάριν της μητρότητος. Δεν της εδόθη δικαίωμα να εξυπηρετήσει τις θείες οικονομίες, και για τους φυσικούς λόγους που ξέρετε. Για την αδυναμία να βρίσκεται σε μία κατάσταση καθαρότητος και για την ανθρώπινη αρρώστια.
Στην αρχή η Εκκλησία επέτρεπε το θέμα του ασπασμού εξ ίσου. Δεν πέρασε πολύς καιρός και άρχισαν τα σκάνδαλα και τα πάθη. Δεν μπορούν, λόγω της αδυναμίας του ανθρώπου, να συνεργαστούν αυτά τα δύο φύλα απαθώς.
Και επειδή υπάρχει ο κίνδυνος η Εκκλησία, «μη έχουσα σπίλον ή ρυτίδα», δεν καταδέχεται τέτοια πράγματα. Σεβασμό μεν έδωσε στη γυναίκα η Εκκλησία γι’ αυτό την ύψωσε περισσότερο από κάθε άλλη ανθρωπιστική θεωρία και ιδεολογία. Μόνο η Εκκλησία θεώρησε ισότιμη τη γυναίκα με τον άνδρα. Ναι μεν στην ιεροσύνη δεν της επετράπει να μπει, στον αγιασμό όμως μπαίνει.

Όπως φαίνεται η γυναίκα στην αρχή της δημιουργίας δεν μπήκε στο νόημα γι’ αυτό και στο μέλλον δεν υπάρχει. Όταν ρώτησαν τον Κύριό μας, επειδή πίστευαν ότι το θέμα του γάμου ήταν απόλυτος προορισμός του ανθρώπου, στο μέλλον τί θα γίνει, τους είπε «πλανάσθε, μη ειδότες τας γραφάς.
Δεν υπάρχουν τέτοια στην αιωνιότητα». Και το φύλο, αν και υπάρχει από την αρχή της δημιουργίας, εν τούτοις δεν λειτουργεί πάντοτε. Ένα κοριτσάκι μόλις γεννηθεί είναι δυνάμει γυναίκα, ενεργεία όμως δεν είναι.
Πρέπει να γίνει δεκαπέντε ετών για να γίνει ενεργεία. Και όταν περάσει τα πενήντα και πάλι δεν μπορεί να είναι γυναίκα. Διότι εξυπηρετεί τη μητρότητα για μία μόνο περίοδο. Αυτές είναι περιστασιακές καταστάσεις που δημιούργησε η πτώση. Γι’ αυτό και στο μέλλον δεν υπάρχει «άρσεν και θήλυ».
Δεν υπάρχει στην πραγματικότητα μετά τον αγιασμό. Πριν τον αγιασμό υπάρχει. Πολλοί Πατέρες λένε ότι θα υπάρχει μόνον η Κυρία Θεοτόκος στη μορφή της πρώτης Εύας, της απαθούς πρώτης Εύας, διότι εθεώθη που κατοίκησε μέσα της ο Λόγος του Θεού. Πώς θα γίνουν αυτά, είναι άγνωστο.


(Απομαγνητοφωνημένη συζήτηση τον Ιούλιο του 1987)

Wednesday, April 25, 2018

Ο λόγος του Θεού δημιουργεί, ο λόγος του Θεού φωτίζει, ο λόγος του Θεού αφυπνίζει. ( Επίσκοπος Αυγουστίνος Kαντιωτης )


«Και ελάλει αυτοίς τον λόγον» (Μαρκ. 2,2)

Ακούσατε, αγαπητοί μου, το ιερό και άγιο ευαγγέλιο. Διηγείται, πως ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός θεράπευσε ένα παραλυτικό. Αλλ’ εκτός από το θαύμα αυτό, τα άλλα θαύματα που αναφέρει το Ευαγγέλιο, και όσα έκαναν και κάνουν η Υπεραγία Θεοτόκος και οι άγιοι, υπάρχουν κι άλλα θαύματα, θαύματα αόρατα. Και εκείνα είναι πολύ ανώτερα. Ποια είν’ αυτά;

Αόρατα θαύματα. Όταν ακούγεται κήρυγμα και κάποια εσωτερική αλλοίωση συντελείται σε μια καρδιά, αυτό δεν είναι ένα αόρατο θαύμα, που γίνεται δια της ενεργείας του αγίου Πνεύματος; Ή όταν ο αμαρτωλός πηγαίνει στον πνευματικό και εξομολογείται τα αμαρτήματά του ειλικρινώς, κι ανοίγουν οι ουρανοί κι ακούγεται η φωνή «Τέκνον, αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου»; (Μαρκ. 2,5· βλ. και Ματθ. 9,2), δεν είναι κι αυτό ένα αόρατο θαύμα; Ή, ακόμη μεγαλύτερο, όταν την ώρα της θείας λειτουργίας ακούμε «Τα σα εκ των σων…», και πάνω στην αγία τράπεζα το ψωμί γίνεται σώμα και το κρασί γίνεται αίμα του Χριστού μας, δεν είναι αυτό ένα αόρατο θαύμα; Ώστε λοιπόν εκτός από τα ορατά, που είναι λίγα, υπάρχουν κι άλλα πολλά αόρατα θαύματα.

Δεν θα σας μιλήσω για το ορατό θαύμα της θεραπείας του παραλυτικού. Θα σας πω για το αόρατο εκείνο θαύμα που συντελείται μέσα στις καρδιές από την ακρόαση του θείου λόγου. Άλλωστε το ευαγγέλιο μας δίνει αφορμή και γι᾽ αυτό. Διότι πού έκανε το ορατό θαύμα ο Κύριός μας; Μέσα στο σπίτι. Και τι έκανε εκεί πριν κάνη το θαύμα; Ο ευαγγελιστής Μάρκος λέει· «Και ελάλει αυτοίς τον λόγον» (Μαρκ. 2,2), εκήρυττε το λόγο του Θεού.

Ο λόγος του Κυρίου μας, αδελφοί μου, δεν είναι όπως ο λόγος των φιλοσόφων, των ρητόρων, των κοσμικών ανθρώπων. Ο λόγος του Κυρίου έχει χάρη και έλξη, προκαλεί θείο ρίγος, παλμό αιωνιότητος. Είναι μαγνήτης. Απόδειξις ότι, μόλις ο λαός της Καπερναούμ άκουσε ότι ο Χριστός είναι σε κάποιο σπίτι, αμέσως συγκεντρώθηκαν εκεί πλήθη. Διψούσαν για την αλήθεια. Και γέμισε, λέει, το σπίτι μέχρι και το προαύλιο. Βελόνα να έριχνες, δεν έπεφτε κάτω. Όλοι κρέμονταν από τα χείλη του Θεανθρώπου.

«Και ελάλει αυτοίς τον λόγον». Ο Χριστός είχε τη διδασκαλία ως κύριο έργο. Από την ώρα που εξήλθε στον δημόσιο βίο μέχρι τέλους το κήρυγμα ήταν η κυρία αποστολή του.

«Και ελάλει αυτοίς τον λόγον». Μιλούσε στα σπίτια, όπως βλέπουμε σήμερα. Μιλούσε στα προπύλαια του ναού του Σολομώντος, στις πλατείες και τους δρόμους, στην έρημο, στα ακρογιάλια. Μίλησε κάποτε και παρά το φρέαρ Συχαρ με την αμαρτωλή Σαμαρείτιδα. Ο Χριστός μιλούσε παντού. Κάθε τόπος που στεκόταν, γινόταν βήμα και άμβωνας. Κι αυτός ακόμη ο σταυρός, όπου τον ύψωσαν, έγινε παγκόσμιος άμβωνας, κι από ‘κει είπε τους επτά εκείνους λόγους του σταυρού, που έχουν βάθος ανεξιχνίαστο.

«Και ελάλει αυτοίς τον λόγον». Όχι δε μόνο ο ίδιος, αλλά και στους μαθητάς του ως κυρία αποστολή όρισε το κήρυγμα. Τι τους είπε· «Πορευθέντες εις τον κόσμον άπαντα κηρύξατε το ευαγγέλιον πάση τη κτίσει» (Μαρκ. 16,15), «διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν» (Ματθ. 28,20). Αυτή ήταν η αποστολή τους, και την εξετέλεσαν.

Αλλά και οι διδάσκαλοι και πατέρες της Εκκλησίας κύριο έργο είχαν τον θείο λόγο. Δεν δίδασκαν μόνο τις Κυριακές και τις μεγάλες εορτές· δίδασκαν καθημερινώς. Ο Μέγας Βασίλειος δίδασκε δύο φορές την ημέρα, το πρωί και το βράδυ, όταν ερμήνευε την Εξαήμερο. Και ο άγιος Γρηγόριος Θεσσαλονίκης ο Παλαμάς, που εορτάζουμε σήμερα, ήταν φίλος του κηρύγματος και της διδασκαλίας.

Γιατί, θα πείτε, ο Χριστός και η Εκκλησία αποδίδουν τόση σημασία στο λόγο του Θεού;

Απαντά το πρώτο (Α΄) κεφάλαιο της αγίας Γραφής, η αρχή του βιβλίου της Γενέσεως. Εκεί βλέπουμε, ότι ο λόγος του Θεού δημιουργεί. Όλη η δημιουργία έγινε δι’ αυτού. «Αυτός είπε, και εγενήθησαν, αυτός ενετείλατο, και εκτίσθησαν» (Ψαλμ. 148,5). «Γενηθήτω φως· και εγένετο φως» (Γέν. 1,3). Και αυτός ο άνθρωπος, η κορυφή της δημιουργίας, βγήκε από το θείο εργαστήριο δια του λόγου του Θεού· «Ποιήσωμεν άνθρωπον…» (έ.α. 1,26). «Αρχή μοι και υπόστασις το πλαστουργόν σου γέγονε πρόσταγμα…» (Νεκρ. ακολ.)· αρχή της δημιουργίας μου, λέει, έγινε το πρόσταγμά σου, ο λόγος σου. Αυτός είπε, και γεννηθήκαμε· αυτός θα πει, και θα πεθάνουμε.

Ο λόγος του Θεού θεραπεύει. Στο σημερινό ευαγγέλιο ο παράλυτος θεραπεύθηκε όχι με φάρμακα, δίαιτες, κλινικές κ.λπ., αλλά με το λόγο του Θεού· «Έγειρε και άρον τον κράβαττόν σου και ύπαγε εις τον οίκόν σου» (Μαρκ. 2,11). Για φανταστείτε· όπως γυρίζεις το διακόπτη κι ανάβεις φως, με τόση κι ακόμη μεγαλύτερη ευκολία ο Χριστός είπε και θεραπεύθηκε.

Με το λόγο του Θεού λοιπόν γίνονται τα πάντα. Ο λόγος του Θεού δημιουργεί, ο λόγος του Θεού φωτίζει. Απόδειξις, ότι άνθρωποι που είχαν άγνοια και ζούσαν στο σκοτάδι της ειδωλολατρίας, μόλις άκουσαν το λόγο του Θεού, υπέστησαν μια υπερφυσική αλλοίωση. Το μυαλό τους φωτίστηκε, η καρδιά τους θερμάνθηκε, η θέληση τους γαλβανίστηκε. Μετεβλήθησαν ριζικώς. Ήταν λύκοι κ’ έγιναν αρνιά, ήταν κοράκια κ’ έγιναν περιστέρια, ήταν κάρβουνα κ’ έγιναν διαμάντια. Δεν είναι λόγια αυτά. Διαβάστε τους βίους των αγίων, να το δείτε. Ο λόγος του Θεού είναι φως. «…Διότι φως τα προστάγματά σου επί της γης», λέει ο προφήτης Ησαΐας (Ἠσ. 26,9).

Ο λόγος του Θεού δημιουργεί, ο λόγος του Θεού φωτίζει, ο λόγος του Θεού αφυπνίζει. Όπως στο σπίτι βάζεις ξυπνητήρι και ξυπνάς, όσο βαθειά κι αν κοιμάσαι, γιατί έχεις εργασία, και όπως στο στρατό η σάλπιγγα σημαίνει εγερτήριο, έτσι μέσα στην Εκκλησία ξυπνητήρι και σάλπιγγα είναι ο λόγος του Θεού. Ο λόγος του Θεού κρατεί σε εγρήγορση και οπλίζει με τη ρομφαία του πνεύματος τους μαχητάς της Εκκλησίας -όπως ήταν οι πατέρες-, για να καταδιώξουν τις αιρέσεις.

Αφαιρέστε, αδελφοί μου, από την Εκκλησία το λόγο του Θεού, κατεβάστε από τον άμβωνα τους κήρυκες, και τότε τι θα συμβεί; Ότι και στο μαντρί, όταν λείψουν τα σκυλιά. Ποιμενικά σκυλιά της Εκκλησίας, που γαυγίζουν και διώχνουν τους λύκους των αιρέσεων, είναι οι κήρυκες. Αλλοίμονο στο μαντρί αν λείψουν τα σκυλιά, κι αλλοίμονο στην εκκλησία αν στερείται το λόγο του Θεού.

Ιδού τι σημασία έχει ο λόγος του Θεού. Γι’ αυτό οι ιερείς, οι επίσκοποι, οι θεολόγοι, οι ιεροκήρυκες, έχουν χρέος να κηρύττουν.

Αλλά και οι Χριστιανοί έχουν χρέος ν’ αγαπούν το λόγο του Θεού. Ο αληθινός Χριστιανός, λέει ο Μέγας Βασίλειος, πρέπει να ‘χει πολλά προσόντα. Πρέπει να ‘ναι πράος, υπομονετικός, ανδρείος και γενναίος, εύσπλαχνος και ελεήμων, φιλαλήθης, άνθρωπος αυταπαρνήσεως. Πρέπει… Δεκαπέντε πρέπει, δεκαπέντε προσόντα, αριθμεί ο Μέγας Βασίλειος σε μια θαυμάσια ομιλία για το ποιος είναι ο πραγματικός Χριστιανός. Πάνω απ’ όλα όμως, το γνώρισμα του αληθινού Χριστιανού είναι, ν’ αγαπά το λόγο του Θεού.

Δείξτε μου έναν άντρα ή μια γυναίκα, που αγαπά κι ακούει το λόγο του Θεού· γι’ αυτούς δεν αμφιβάλλω. Άνθρωπος που αρέσκεται να διαβάζει Ευαγγέλιο, που θεωρεί πνευματική απόλαυση να τρέχει στο κήρυγμα -«Ώς γλυκέα τω λάρυγγί μου τα λόγιά σου, υπερ μέλι τω στόματί μου» (Ψαλμ. 118,103)-, αυτός δεν μπορεί παρά θα βαδίσει το δρόμο της αρετής. Όταν πάλι δείτε άνθρωπο να μην ανοίγει Ευαγγέλιο, να μη θέλει ν’ ακούσει λόγο Θεού και μόλις παρουσιάζεται ο κήρυκας του ευαγγελίου αυτός να φεύγει απο την εκκλησία, αυτός δεν αγαπάει το Θεό. Διότι όποιος αγαπάει το Θεό, αγαπάει και τα λόγια του.

Αδελφοί μου! Όταν κάποιος δεν έχει όρεξη για φαγητό, αυτό σημαίνει ότι δεν είναι για ζωή, και τον κλαίει το σπίτι του. Έτσι και στα πνευματικά. Άρτος, μάννα ουράνιο, είναι ο λόγος του Θεού. Χριστιανός που δεν έχει όρεξη για λόγο Θεού, τον άρτο των αγγέλων «ώ τρέφονται ψυχαι Θεόν πεινωσαι», αυτός είναι για φέρετρο, για τον άδη, για την κόλαση.

Γι’ αυτό αγαπάτε, ακούτε και μελετάτε το λόγο του Θεού. Έτσι θα αυξάνει η Εκκλησία και θα δοξάζεται ο Χριστός μαζί με τον Πατέρα και το Πνεύμα το άγιο, εις αιώνας αιώνων.

(†) Επίσκοπος Αυγουστίνος Kαντιωτης.

Saturday, April 21, 2018

Η Θεία Χάρις φεύγει... ( Γερόντισσα Μακρίνα )


Η Θεία Χάρις φεύγει από κατάκριση, θυμό, υπερηφάνεια και αισχρούς λογισμούς. 
Όταν αυτά τα προσέξει ο άνθρωπος, η Θεία Χάρις είναι μέσα στην ψυχή του ανθρώπου.


Γερόντισσα Μακρίνα

Tuesday, April 17, 2018

Έχεις όσα λένε οι μακαρισμοί του Χριστού; ( Άγιος Συμεών Νέος Θεολόγος )


Ο Χριστός και Θεός μας φωνάζει καθημερινά ολοκάθαρα διά του ευαγγελίου του, «μακάριοι είναι οι πτωχοί στο φρόνημα, διότι δική τους είναι η βασιλεία των ουρανών».

Ακούγοντας λοιπόν εμείς αυτό οφείλουμε να προσέχουμε και να εξετάζουμε με ακρίβεια τους εαυτούς μας, αν είμαστε πραγματικά τέτοιοι πτωχοί, ώστε να είναι και δική μας η βασιλεία των ουρανών τόσο, ώστε να έχουμε με συναίσθηση της ψυχής σίγουρη την κτήση αυτής και τόσο να κατέχουμε τον πλούτο της, ώστε να αι­σθανόμαστε αδίστακτα ότι υπάρχουμε μέσα σ’ αυτήν και να ευφραινόμαστε εντρυφώντας με τα εκεί καλά. Διότι ο Κύριος είπε ότι αυτή βρίσκεται μέσα μας.
Σημεία και απόδειξη ότι αυτή βρίσκεται μέσα σε κάποιον, είναι ότι αυτός δεν επιθυμεί κανένα από τα ορώμενα και φθειρόμενα, εννοώ δηλαδή τα πράγματα και τα τερπνά του κόσμου αυτού, ούτε πλούτο,  ούτε δόξα, ούτε τρυφή, ούτε άλλη βιωτική ή σωματική απόλαυση, αλλά τόσο απέχει από όλα αυτά και με τόση αηδία διάκειται προς αυτά κατά τη ψυχή και προαίρεση, με όση διάκεινται εκείνοι που διαπρέπουν στην εξουσία και τη βασιλική τιμή προς εκείνους που ζουν επάνω σε πορνική σκηνή, και όσο αποστρέφονται τη δυσωδία και το βόρβορο όσοι φορούν καθαρά ρούχα και είναι αλειμμένοι με ευωδιαστό μύρο. 
Διότι εκείνος που περιστρέφεται γύρω από ένα πράγμα αυτών των ορωμένων ούτε είδε τη βασιλεία εκείνη των ουρανών ούτε οσφράνθηκε ούτε γεύθηκε την ευφροσύνη και γλυκύτητά της.

Και πάλι λέγει· «μακάριοι είναι εκείνοι που πενθούν, διότι αυτοί θα παρηγορηθούν». Ας δούμε λοιπόν πάλι και ας εξετάσουμε τους εαυτούς μας, αν έχουμε μέσα μας το πένθος, και τι εννοεί με την παρηγορία που ακολουθεί το πένθος. Πρώτα είπε ότι οι πτωχοί στο πνεύμα είναι μακάριοι, διότι δική τους είναι η βασιλεία των ουρανών. 

Οι πτωχοί όμως στο πνεύμα, όπως είπα­με, δεν έχουν καμμιά συμπάθεια προς τα παρόντα ούτε προσκολλούν προς αυτά με εμπάθεια τον λογισμό, έστω και γι’ απλή ευχαρίστηση. Πώς λοιπόν θα πενθήσει και γιατί αυτός που σιχάθηκε όλον τον κόσμο κι’ απομακρύνθηκε από αυτόν ως προς τη διάθεση του λογισμού περισσότερο, από όσο τον προσεγγίζει κατά το σώμα;

Αυτός που δεν έχει την επιθυμία σε κάτι από τα ορώμενα για ποιό πράγμα άραγε θα λυπηθεί ή θα χαρεί, και πώς θα πενθήσει εκείνος που έχει την βασιλεία των ουρανών και ευφραίνεται μέσα σ’ αυτήν καθημερινά; Διότι είπε ότι εκείνοι που πενθούν δέχονται την παράκληση. Αλλά προσέχετε, παρακαλώ, τα λεγόμενα και θα αντιληφθείτε το νόημα και τον σκοπό του λε­γομένου.

Ο πιστός άνθρωπος, που προσέχει πάντοτε με ακρίβεια τις εντολές του Θεού, όταν εκτελέσει όλα τα οριζόμενα από τις θείες εντολές και ανεβάσει τη διάνοιά του προς το ύψος αυτών, δηλαδή προς την άψογη διαγωγή και καθαρότητα, τότε εξετάζοντας τα μέτρα του, θα βρει ότι είναι ασθενής και ανίκανος να φθάσει στο ύψος εκείνο των εντολών, θα βρει ότι είναι πολύ πτωχός, δηλαδή ανάξιος να υποδεχθεί τον Θεό, να του αποδώσει ευχαριστία και να τον δοξολογήσει, διότι δεν απέκτησε ακόμη κανένα δικό του αγαθό.

Αυτός που με συναίσθηση ψυχής σκέ­πτεται αυτά για τον εαυτό του θα πενθήσει οπωσδήποτε με το μακαριότατο πραγματικά πένθος, το οποίο και την παρηγορία δέχεται και πραεία καθιστά τη ψυχή.

Η προκαλούμενη δηλαδή από το πένθος παρηγοριά είναι αρραβώνας της βασιλείας των ουρανών. Διότι η πίστη, κατά τον απόστολο, είναι υπόσταση ελπιζομένων πραγμάτων, παρηγο­ρία είναι η γινομένη από την έλλαμψη του Πνεύματος επιδημία του Θεού στις ψυχές που πενθούν, που τις βραβεύει για την ταπεινοφροσύνη τους, η οποία ονομάζεται και σπόρος και τά­λαντο. 

Αυτή, αυξανόμενη και πολλαπλασιαζόμενη στις ψυχές των αγωνιστών καρποφορεί για τον Θεό κατά τριάντα και εξήντα και εκατό, καρπό άγιο των χαρισμάτων του Πνεύματος. Διό­τι, όπου υπάρχει αληθινή ταπείνωση, εκεί υπάρχει και βυθός ταπεινοφροσύνης· και όπου υπάρχει ταπεινοφροσύνη, εκεί υπάρχουν και ελλάμψεις του Πνεύματος. 

Και όπου υπάρχουν οι ελλάμψεις του Πνεύματος, εκεί υπάρχει φωτοχυσία Θεού και Θεός με σοφία και γνώση των μυστηρίων του. Όπου πάλι υπάρχουν αυτά, εκεί υπάρχει βασιλεία ουρανών και επίγνωση βασιλείας και οι κρυμμένοι θησαυροί της γνώσεως του Θεού, μεταξύ των οποίων είναι η φανέρωση της πνευματικής πτωχείας.

Όπου τέ­λος υπάρχει αίσθηση πνευματικής πτωχείας, εκεί υπάρχει και το χαρμόσυνο πένθος, εκεί και τα αδιάκοπα χυνόμενα δάκρυα, που καθαρίζουν τη ψυχή που τ’ αγαπά και την καθιστούν τελείως φωτεινότατη.

Μ’ αυτά λοιπόν ανυψούμενη η ψυχή και αναγνωρίζοντας τον Δεσπότη της, αρχίζει να καρποφορεί με ζήλο τις άλλες αρετές για τον εαυτό της και τον Χριστό. Και εύλογα. Διότι, ποτιζόμενη πάντοτε και λιπαινόμενη με τα δάκρυα και σβήνοντας τε­λείως το θυμοειδές της γίνεται ολόκληρη πραεία και ακίνητη εντελώς προς την οργή, και επιθυμεί και ορέγεται, καθώς πεινά και διψά συγχρόνως, να μάθει τα δικαιώματα του Θεού.

Έτσι γίνεται και ελεήμων και συμπαθής, ώστε με όλα αυτά να καθί­σταται καθαρή η καρδιά της, και αυτή να φθάνει σε οπτασία του Θεού και να βλέπει καθαρά τη δόξα του σύμφωνα με την υπό­σχεση. 

Αυτοί λοιπόν που έχουν τέτοιες τις ψυχές τους είναι πραγματικά ειρηνοποιοί και ονομάζονται υιοί του Υψίστου, οι οποίοι και γνωρίζουν καθαρά τον Πατέρα και Δεσπότη τους, και τον αγαπούν με όλη τη ψυχή τους, υπομένοντας γι’ αυτόν κάθε πόνο και κάθε θλίψη, υβριζόμενοι, περιπαιζόμενοι, στενοχωρούμενοι για χάρη της δικαίας εντολής του, την οποία μας πα­ρήγγειλε να φυλάσσουμε, και ονειδιζόμενοι και διωκόμενοι, υπομένουν με χαρά κάθε πονηρό λόγο εκφερόμενο εναντίον τους ψευδώς χάριν του ονόματός του, νοιώθοντας αγαλλίαση διότι γενικά αξιώθηκαν ν’ ατιμασθούν από ανθρώπους για την αγάπη του.

Μάθετε καλά, αδελφοί, το αληθινό εκτύπωμα της σφραγίδας του Χριστού. Αναγνωρίστε, οι πιστοί, τις ιδιότητες του χαρα­κτήρα της. Μια πραγματική σφραγίδα υπάρχει, η έλλαμψη του Πνεύματος, αν και πολλές είναι οι όψεις των ενεργειών της και πολλά τα γνωρίσματα των αρετών της, των οποίων πρώτο και αναγκαιότερο είναι η ταπείνωση ως αρχή και θεμέλιο, διότι, λέ­γει, «προς ποίον θα ρίψω τα μάτια μου, παρά προς εκείνον που είναι πράος και ήσυχος και τρέμει τους λόγους μου;»· δεύτερο είναι το πένθος και η πηγή των δακρύων, για τα οποία θέλω να πω πολλά, αλλά στερούμαι τα λόγια με τα οποία επιθυμώ να εκφράσω τα σχετικά με αυτά. 

Πράγματι είναι θαύμα ανεκλάλητο, διότι τα δάκρυα που τρέχουν διά μέσου των αισθητών οφθαλμών εκπλύνουν νοερά την ψυχή από το βόρβορο των αμαρτημάτων και πέφτοντας στη γη φλέγουν και συντρίβουν τους δαίμο­νες και ελευθερώνουν τη ψυχή από τα αόρατα δεσμά της αμαρτίας.

Ω δάκρυα, τα οποία αναβλύζετε από την θεία έλλαμψη και διανοίγετε τον ίδιο τον ουρανό και μου προξενείτε θεία παρηγοριά. Διότι πάλι και πάλι, κυριευμένος από ηδονή και πόθο, λέγω τα ίδια. Όπου υπάρχει πλήθος δακρύων, αδελφοί, συνοδευόμενο από γνώση αληθινή, εκεί υπάρχει και απαύγασμα θείου φωτός.

Και όπου υπάρχει απαύγασμα φωτός, εκεί υπάρχει χορη­γία όλων των καλών και η σφραγίδα του αγίου Πνεύματος φυτευμένη στην καρδιά, από το οποίο προέρχονται όλοι οι καρποί της ζωής· από εδώ καρποφορείτε για τον Χριστό πραότητα, ει­ρήνη, ελεημοσύνη, συμπάθεια, χρηστότητα, αγαθωσύνη, πίστη, εγκράτεια, από εδώ προέρχεται το ν’ αγαπά κανείς τους εχθρούς, και να εύχεται γι’ αυτούς, να χαίρεται κατά τους πειρασμούς και να υπερηφανεύεται στις θλίψεις, να θεωρεί δικά του τα ξένα πταίσματα και να κλαίει γι’ αυτά, το να προσφέρει τη ζωή του πρόθυμα σε θάνατο για τους αδελφούς του.
 
Ας προσέξουμε λοιπόν, αδελφοί, και ας εξετάσουμε με ακρίβεια τους εαυτούς μας και ας γνωρίσουμε τις ψυχές μας, αν υπάρ­χει μέσα μας αυτή η σφραγίδα. Ας γνωρίσουμε από τα αναφερθέντα σημεία, αν είναι μέσα μας ο Χριστός.

Ακούσατε, παρακαλώ, Χριστιανοί αδελφοί, και ανανήψατε και εξετάσατε αν έλαμψε στις καρδιές σας το φως, αν θεωρήσατε το μεγάλο φως της επιγνώσεως, αν σας επισκέφθηκε η ανατολή από ψηλά φωτίζο­ντας εκείνους που κάθονται στο σκότος και στη σκιά θανάτου και ας απευθύνουμε διαρκώς δοξολογία και ευχαριστία στον αγαθό Δεσπότη που μας τη δώρισε και ας αγωνισθούμε να θρέψου­με αφθονότερα το διά της εργασίας των εντολών μέσα μας θείο πυρ, διά του οποίου συνήθως το θείο φως φέγγει περισσότερο και λαμπρότερα.

Αν όμως δεν λάβαμε ακόμη τον Χριστό ή τη σφραγίδα του και δεν διακρίνουμε τα προαναφερθέντα σημεία μέσα μας, αλλά αντίθετα μάλλον ζει μέσα μας ο δόλιος κόσμος και εμείς ζούμε δυστυχώς σ’ αυτόν, νομίζοντας ότι τα πρόσκαιρα είναι κάτι σπουδαίο, και υποκύπτουμε στις θλίψεις και στενοχωρούμαστε για τις ζημίες και ευφραινόμαστε, αλλοίμονο πόση ζημία, αλλοίμονο ποιά άγνοια και σκότιση, αλλοίμονο πόση τα­λαιπωρία και αναισθησία, από τα οποία κυριαρχούμαστε και από τα οποία αποσπόμαστε προς τα γήινα. 

Είμαστε πραγματικά ελεεινοί και πανάθλιοι και ξένοι προς την αιώνια ζωή και τη βασιλεία των ουρανών, μη έχοντας αποκτήσει μέσα μας τον Χρι­στό, αλλ’ έχοντας μέσα μας τον κόσμο ζωντανό, αφού μέσα σ’ αυτόν ζούμε και τα γήινα σκεπτόμαστε. 

Αυτός όμως που βρίσκεται σ’ αυτήν την κατάσταση είναι πραγματικός εχθρός του Θεού· διότι το πάθος για τον κόσμο αποτελεί έχθρα για τον Θεό, όπως λέγει ο θείος απόστολος· «μην αγαπάτε τον κόσμο ούτε τα του κόσμου», διότι κανείς δεν μπορεί να δουλεύει στον Θεό και να ζει κατά τον κοσμικό άνθρωπο, επειδή όλα τα εγκόσμια είναι εμπόδια της αγάπης και ευαρεστήσεως προς τον Θεό.

Πραγματικά ποιος, που αγαπά τη δόξα και την τιμή από ανθρώπους, θα θεωρήσει ποτέ τον εαυτό του τελευταίο και ευτελέστερο όλων, και θα γίνει ταπεινός πνευματικά ή συντριμμένος στην καρδιά ή θα μπορέσει γενικά ποτέ να πενθήσει; 
Ποιος, που αγαπά τον πλούτο και είναι κυριαρχημένος από φιλαργυρία και φιλοκτημοσυνη, θα γίνει ελεήμων και συμπαθής, και δεν θα είναι αγριότερος και σκληρότερος από κάθε θηρίο; 

Ποιος που κυ­ριαρχείται από κενοδοξία και κατέχεται από αλαζονεία, θ’ απαλλαγεί ποτέ από φθόνο και ζήλεια; Αυτός πάλι που κάμπτεται και από τα πάθη της σάρκας και κυλιέται στο βόρβορο των ηδονών, πότε θα γίνει καθαρός στην καρδιά ή πότε και πώς θα δει τον Θεό που τον δημιούργησε;

Πώς επίσης θα είναι ειρηνοποιός όποιος αποξένωσε τον εαυτό του από τον Θεό και δεν ακούει εκείνον που λέει, «πρεσβεύουμε υπέρ του Χριστού, αφού ο Θεός συμβουλεύει μέσω ημών συμφιλιωθείτε με τον Θεό»;

Διότι ο καθένας που με την παράβαση των εντολών ανθίσταται και πολεμά τον Θεό, αυτός, ακόμη και αν κάνει όλους να ειρηνεύουν μεταξύ τους, είναι εχθρός του Θεού, επειδή και αυτό που κάνει, συμφιλιώνοντας αυτούς μεταξύ τους, δεν το κάνει όπως αρέσει στον Θεό.

Διότι, αφού είναι αυτός πρώτος εχθρός του εαυτού του και του Θεού, γίνονται εχθροί του Θεού και όσοι ειρηνεύουν μέσω τέτοιων ανθρώπων.

Οπωσδήποτε δηλαδή ο εχθρικά διακείμενος προς κάποιον δεν γνωρίζει να συμβουλεύει σωστά άλ­λους τα πιστευτά και αρεστά στον εχθρό και να τους διδάσκει να εκτελούν τα θελήματα εκείνου, επειδή το γεγονός και μόνο ότι ζει αποχωρισμένος από αυτόν του γίνεται αιτία άγνοιας των επιθυμιών εκείνου, και όχι μόνο αυτό, αλλά επειδή διάκειται προς αυτόν με εμπάθεια και απέχθεια και έχει διαρκώς το μέλημα να βαδίζει ενάντια προς τα θελήματα εκείνου, δημιουργεί κάποια συνήθεια, ώστε, και αν κάποτε θελήσει αυτός να διδάξει άλλους τα τελούμενα προς λατρεία εκείνου, να μη μπορεί εύκολα.

(Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, Κατηχητικός Λόγος Β΄, Ε.Π.Ε Φιλοκαλία των νηπτικών και Ασκητικών 19Γ΄, σ. 323-333)

pemptousia.gr 
http://anavaseis.blogspot.ca

Saturday, April 14, 2018

ΟΙ 3 ΒΑΘΜΟΙ ΤΩΝ ΑΜΑΡΤΗΜΑΤΩΝ ( Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου )


ΟΙ 3 ΒΑΘΜΟΙ ΤΩΝ ΑΜΑΡΤΗΜΑΤΩΝ
1) ΘΑΝΑΣΙΜΑ. 2) ΣΥΓΓΝΩΣΤΑ. 
3) ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΕΩΣ. 
1) Θανάσιμα εἶναι τὰ προαιρετικά ἐκείνα ἁμαρτήματα, ὄπου φθεῖρουν, ἢ τὴν πρὸς Θεὸν ἀγάπην μόνην, ἢ τὴν πρὸς τὸν πλησίον ὁμοῦ καὶ τὴν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ ἀποκατασταίνουν ἐκείνον ὄπου τὰ κάνει, ἐχθρὸν τοῦ Θεοῦ, καὶ ἔνοχον εἰς τὸν αἰώνιον θάνατον τῆς κολάσεως.
Ταύτα τὰ καθολικώτερα εἶναι : Ἡ ὑπερηφάνια, ἡ φιλαργυρία, ἡ πορνεία, ὁ φθόνος, ἡ γαστριμαργία, ὁ θυμὸς καὶ ἡ ακηδία ἤτοι ἀμέλεια.
Τῆς μὲν ὑπερηφανίας ἐνέργειαι καὶ ἀποτελέσματα εἶναι ταύτα : Κενοδοξία, καύχησις, οἴησις, φιλοτιμία, ἀνυποταξία, καταγέλασις, ὑπόκρισις, τὸ πεῖσμα καὶ ἄλλα. Τῆς δὲ φιλαργυρίας ταῦτα : Πλεονεξία, ἀνελεημοσύνη, σκληρότης τῆς καρδίας, κλεψιά, ἀρπαγή, ψεύδος, ἀδικία, δολιότης, ἐπιορκία, σιμωνία, ἰεροσυλία, ἀπιστία, καὶ τὸ διάφορον τῶν ἄσπρων. Τῆς πορνεῖας ταύτα : Μοιχεία, ἀρσενοκοιτία, κτηνοβατία, αἰμομιξία, παιδοφθορία, παρθενοφθορία, συγκυλισμός, μαλακία, ἀναίδεια, τύφλωσις τοῦ νοός καὶ ἀθεοφοβία. Τοῦ φθόνου ταύτα : Ἐπιβουλή, ἔχθρα, χαιρεκακία, φιλονεικία, καταλαλιά, ἀπάτη, προδοσία, φόνος, ἀχαριστία, λύπη ἐπὶ τοῖς καλοῖς τοῦ φθόνουμένου. Τῆς γαστρίμαργίας ταύτα : Λαιμαργία, μέθη, ἀσωτεία, καρηβαρία, λαγνεία, ἀκηδία καὶ ἄλλα. Τοῦ θυμοῦ ταύτα : Βλασφημία, μίσος, μνησικακία, φιλονεικία, ἐπιορκία, κατάρα, ὔβρις, μάχη, διαπληκτισμός καὶ φόνος. Τῆς ἀκηδίας ταύτα : Μικροψυχία, θηλυπρέπεια, λύπη καὶ ἀγανάκτησις διὰ τὸ καλό ποὺ ἔχει νὰ κάνει, προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις, ἀπόγνωσις, ἀπιστία καὶ νοθρώτης καὶ ἔλειψις τῶν καλῶν ὄπου ἐδύνατο νὰ πράξει. Σημείωσε δέ καὶ τούτο, ὅτι τὰ θανάσιμα ταύτα νοούνται ὡσάν πάθη τινὰ καὶ ἔξεις ἐριζωμέναι εἰς τὴν ψυχήν, ἀφ’ ὥν βλαστάνουν τὰ ἀνωτέρω ἀποτελέσματα. Καὶ ὅτι, ἄλλα ἐξ, αὐτῶν εἶναι μεγαλύτερα, καὶ ἄλλα μικρότερα· ἄλλα εἶναι αἴτια τῶν ἄλλων, καὶ ἄλλα αἰτιατά, ὡς εἶδες, ὅτι ἀπὸ τὴν γαστριμαργία γεννάται ἡ λαγνεία, καὶ ἡ ἀκηδία· καὶ ὅτι ἄλλα ἐξ αὐτῶν γεννοῦν διάφορα ἀποτελέσματα, καὶ ἄλλα γεννοῦν τὰ αὐτά, καθῶς ὁ φθόνος καὶ ὁ θυμὸς γεννοῦν τὸν φόνο καὶ τὴν φιλονεικία. (Ἐξομολογητάριον Ἀγ.Νικοδήμου – σελ.15)


2) Συγγνωστὰ δὲ εἶναι ἐκείνα τὰ προαιρετικά ἁμαρτήματα, ὅπου δὲν φθεῖρουν τὴν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ τὸν πλησίον ἀγάπην, μηδὲ κατασταίνουν τὸν ἄνθρωπον ἐχθρὸν τοῦ Θεοῦ καὶ ἔνοχον εἰς τὸν αἰώνιον θάνατον, εἰς τὰ ὁποία εἶναι ὑποκείμενοι καὶ αὐτοὶ οἱ Ἅγιοι, κατὰ τὸ ρητὸν τοῦ ἀδελφοθέου ''Πολλὰ γὰρ πταίομεν ἄπαντες'' ( Ἰάκ-3,2). Καὶ τὸ τοῦ Ἰωάννου «Ἐὰν εἴπωμεν, ἁμαρτίαν οὐκ ἔχομεν, ἐαυτοὺς πλανώμεν» (Α΄-Ἰωάν. 1,8) καὶ κατὰ τὸν ρκέ, ρκστ', ρκζ', κανόνα τῆς ἐν Καθαργενή. Ταύτα δέ εἶναι κατὰ τὸν Κορέσιον καὶ τὸν Χρύσανθον, ὁ ἀργὸς λόγος, ἡ πρώτη κίνησις καὶ ταραχή τοῦ θυμοῦ, ἡ πρώτη κίνησις τῆς ἐπιθυμίας, ἡ πρώτη κίνησις τοῦ μίσους, τὸ παιγνιώδες ψεύδος, ὁ κατὰ πάροδον φθόνος, ἤτοι ὁ κοινῶς λεγόμενος ζῆλος, ὅστις εἶναι λύπη μικρὰ διὰ τὰ καλὰ τοῦ πλησίον, καὶ τὰ ὅμοια. Συγγνωστὰ δὲ γίνονται τὰ ἀνήκοντα εἰς τὸ σῶμα θανάσιμα ἀμαρτήματα, ὄταν ἔλθουν εἰς μόνην τὴν διάνοιαν καὶ τὸν λόγον· δηλ. ἡ θανάσιμος πορνεία, ὅταν συλληφθή ἐν τῆ ἐπιθυμία καὶ διανοία ἢ καὶ λαληθεῖ δι’ αἰσχρολογίας εἶναι συγγνωστή· διὸ καὶ ὁ Ἀδελφόθεος εἶπεν ''Η ἐπιθυμία συλλαβούσα, τίκτει ἁμαρτίαν, (συγγνωστὴν δηλαδὴ) ἡ δὲ ἁμαρτία ἀποτελεσθείσα (διὰ τοῦ σῶματος καὶ τοῦ ἔργου) ἀποκυεῖ θάνατον''. Ὁμοίως καὶ ἡ τῷ λόγῳ ἀνήκουσα θανάσιμος ἐὰν γίνει μόνον μὲ τὸν νοῦν, εἶναι συγγνωστὴ· δηλ. ἡ θανάσιμος βλασφημία, ὅταν γίνεται ἐν μόνω τὸ νοῒ ἁκουσίως, εἶναι συγγνωστή. Καὶ ἀπλῶς εἰπεῖν, τὰ γινόμενα θανάσιμα εἰς τὰ κατώτερα καὶ χονδρότερα μέρη, ὅταν γίνονται εἰς τὰ ἀνώτερα καὶ λεπτότερα μέρη, εἶναι συγγνωστά. (Ἐξομολογητάριον Ἀγ.Νικοδήμου – σελ.17)

3)Ἁμαρτήματα τῆς ἐλλείψεως ὁνομάζονται ἐκεῖνα τὰ καλὰ ἔργα, ἢ λόγια, ἢ νοήματα, ὅπου ἐδύνατο τινὰς νὰ κάνει ἢ νὰ νοήσει, ὅμως ἀμέλησε καὶ δὲν τὰ ἔκανε, οὕτε τὰ εἶπε, οὕτε τὰ ἐννόησε. Ἁμαρτήματα τῆς ἐλλείψεως λέγονται, καὶ ὅσα κακὰ ἐδύναντο καὶ εἴχαν τὸν τρόπον νὰ ἐμποδίσουν τινές, λόγω, ἢ ἔργω, καὶ δὲν τὰ ἐμπόδισαν· διὰ τούτο καὶ ἐπιτιμώνται παρομοίως μὲ ἐκείνους, ὅπου τὰ κάνουν, κατὰ τὸν κέ. Κανόνα τῆς ἐν Ἁγκύρα, τὸν οά. Κανόνα τοῦ Μεγ. Βασιλείου, καὶ τὸν κέ. Κανόνα τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Νηστευτοῦ. Ἡξεύρω πολὺ καλά, ὅτι τὰ ἁμαρτήματα ταύτα τῆς ἐλλείψεως, οἱ ἄνθρωποι δὲν τὰ γνωρίζουν πῶς εἶναι ὅλως ἁμαρτήματα· διότι ὁλίγοι εἶναι ἐκεῖνοι, ὅπου στοχάζονται διὰ ἁμαρτίαν ἄν δὲν ἔκαμαν τὴν τάδε ἐλεημοσύνη, ὅπου ἐδύναντο νὰ δώσουν εἰς τὸν πλησίον, ἢ νὰ κάνουν τὴν τόσην προσευχήν, ἡ ἄλλην ἀρετήν. Ἀλλ' ὅμως καὶ τούτο ἡξεύρω καλώτατα, ὅτι ὁ Θεὸς καὶ διὰ αὐτὰ ἔχει νὰ ζητήσει λογαρια-σμὸν ἐν ἡμέρα κρίσεως. Ποιὸς μᾶς βεβαιώνει; Τὸ παράδειγμα τοῦ ὁκνηροῦ ἐκεῖνου δούλου, ὅπου εἴχε τὸ ἔνα τάλαντον, καὶ τὸ ἔχωσεν εἰς τὴν γῆ, ὁ ὁποίος κατεδικάσθει, ὅχι διατὶ ἔκαμε καμμίαν ἁμαρτίαν, ἢ ἀδικίαν εἰς τοῦτο· ἀλλ' ὅτι δυνάμενος νὰ τὸ αὐξήσει, ἀμέλησε καὶ δὲν τὸ αὔξησεν. Μᾶς βεβαιώνει καὶ τὸ παράδειγμα τῶν πέντε μωρῶν παρθένων, αἱ ὀποίαι κατεκρίθησαν ὅχι δι' ἄλλο, ἀλλὰ διὰ μόνην τὴν ἔλλειψιν τοῦ ἐλαίου. Καὶ ἡ παράστασις τῶν ἐξ ἀριστερῶν ἐστῶτων ἁμαρτωλῶν, οἱ ὁποίοι ἔχουν νὰ κατακριθοῦν, ὅχι διατὶ ἕκαμαν καμμία ἁμαρτία, ἀλλὰ διατὶ ἔλειψαν καὶ δὲν ἡλέησαν τὸν ἀδελφὸν τους «Ἐπείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν'' (Ματθ-25,42) (Ἐξομολογητάριον Ἀγ.Νικοδήμου σελ. 19)

Tuesday, April 10, 2018

Μπροστά στην ώρα του θανάτου… ( Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς )

Πρόσφατα ρώτησα έναν υγιή ηλικιωμένο, τι θα ήθελε περισσότερο σ’ αυτό τον κόσμο από το Θεό. Βάζοντας το χέρι στο στήθος, μου απάντησε:

-Το θάνατο και μόνο το θάνατο!
-Και πιστεύεις στη ζωή μετά το θάνατο;
-Ακριβώς επειδή το πιστεύω, επιθυμώ όσο πιο σύντομα το θάνατο, είπε ο γέρων.

Οι άπιστοι τρέμουν το θάνατο, επειδή ισχυρίζονται ότι ο θάνατος είναι η πλήρης εξαφάνιση της ζωής. Πολλοί πιστοί πάλι, φοβούνται το θάνατο επειδή νομίζουν ότι δεν έχουν ολοκληρώσει τις υποχρεώσεις τους στον κόσμο αυτό, δεν έβαλαν τα παιδιά τους σε μια σειρά, ή δεν αποτελείωσαν αυτό που έχουν ξεκινήσει.
Ακόμη και κάποιοι άγιοι άνθρωποι, φοβήθηκαν κατά την ώρα του θανάτου. Όταν οι Άγγελοι κατέβηκαν για να παραλάβουν τον Όσιο Σισώη, εκείνος ο αγγελικός άνθρωπος προσευχόταν να τον αφήσουν λίγο ακόμη σ’ αυτή τη ζωή για να μετανοήσει και να προετοιμαστεί για την άλλη ζωή.

Οι Άγιοι λοιπόν, δεν φοβόταν το θάνατο αλλά την κρίση του Θεού μετά το θάνατο.
Δίχως την πίστη στην άλλη, την ουράνια ζωή, ο φόβος γίνεται σκοινί γύρω από το λαιμό με το οποίο ο θάνατος έλκει τους καταδίκους στο λαρύγγι του. Η ζωή για τον άπιστο, δεν είναι άλλο από τον άνεμο του θανάτου, άνεμο που φυσά και καταρρίπτει την πεθαμένη του στάχτη και την απονεκρώνει. Αν ο άπιστος σκεφτόταν λογικά μέχρι τέλους, θα έπρεπε να ομολογήσει ότι ζωή στην πραγματικότητα δεν υπάρχει. Γι’ αυτόν ο θάνατος είναι η μόνη του πίστη, η μόνη αιώνια δύναμη! Ο Θάνατος είναι ο μοναδικός Θεός.

Για μας πάλι, τους χριστιανούς, ο θάνατος είναι η λήξη ενός σχολείου, το σήμα της απολύσεως μιας στρατιωτικής θητείας, η γέφυρα για την επιστροφή στην πατρίδα. Ουσιαστικά, ο θάνατος καθαυτός, είναι γι’ αυτούς που πιστεύουν στο Χριστό ένα τίποτα.
Εκείνος είπε στη Μάρθα: «εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή. Ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται…» (Ιω.11, 25-26). Ποιον θα πιστέψουμε αν όχι το Χριστό; Στους ανθρώπους δεν μπορείς να πιστέψεις ούτε και όταν σου λένε το όνομά τους, πολύ λιγότερο όταν λένε: θα σε πληρώσω αύριο και ακόμα πιο λίγο όταν μιλούν για πράγματα βαθιά και υψηλά.

Εκτός από τον Υιό του Θεού, κανείς δε γνωρίζει τίποτα, ούτε για το θάνατο, ούτε και για εκείνο που μας περιμένει μετά το θάνατο. Εκείνος τα γνώριζε και μας τα φανέρωσε και τα έδειξε. «Κατεπόθη ο θάνατος εις νίκος» (Ά Κορ. 15,54), κατά το λόγο του Αποστόλου. Τι έχουμε λοιπόν να φοβηθούμε απ’ αυτό που κατεπόθη από την ανάσταση του Χριστού; Δεν προσκολλάται ο φόβος του θανάτου πάνω σ’ εκείνους που είναι προσκολλημένοι στο Χριστό, τον Νικητή του θανάτου και Δωρεοδότη.
Όμως, παραμένει ένας φόβος συνειδητός και δικαιολογημένος. Είναι ο φόβος που ένοιωθαν ακόμα και οι ψυχές των Αγίων μπροστά στο θάνατο. Αυτό δεν είναι φόβος του θανάτου αλλά της μη προετοιμασίας για την αθάνατη ζωή, είναι φόβος εξαιτίας της ακαθαρσίας της ψυχής. Επειδή οι ακάθαρτοι δεν θα δουν το Θεό και την αληθινή ζωή στην Βασιλεία των Ουρανών.

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς

Friday, April 6, 2018

Μεγάλη Παρασκευή Πρωί: «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» ( ἐπίσκοπος Αυγουστίνου Καντιώτη )



Μεγάλη Παρασκευὴ εἶνε σήμερα, ἀγαπητοί μου συναμαρτωλοὶ ἀδελφοί, ἡμέρα ἱερὰ γεμάτη ἀναμνήσεις, ἡμέρα ποὺ προκαλεῖ ῥίγη συγκινήσεως καὶ δάκρυα. Ἂς βγάλουμε τὴν ὥρα αὐτὴ ἀπὸ τὴν καρδιὰ καὶ τὸ μυαλό μας κάθε ἰδέα γήινη, κάθε ῥυπαρὴ σκέψι καὶ λογισμό, ἂς καθαρίσουμε τὴ διάνοιά μας, καὶ μὲ τὰ φτερὰ τῆς φαντασίας ἂς διασχίσουμε τὶς ἀποστάσεις καὶ τοὺς αἰῶνες, κι ἂς ἐπισκεφθοῦμε νοερὰ τοὺς Ἁγίους Τόπους.
Μπορεῖ κανεὶς νὰ πάῃ ἐκεῖ κι ὅμως νὰ μὴν εἶνε ἐκεῖ, καὶ μπορεῖ νὰ μὴν πάῃ σωματικὰ στοὺς Ἁγίους Τόπους κι ὅμως νά ᾽νε ἐκεῖ ψυχικά.Ἂς βρεθοῦμε λοιπὸν τώρα μὲ τὴ σκέψι μας στὸ μέρος ἐκεῖνο ποὺ λέγεται Κρανίου τόπος ἢ Γολγοθᾶς· ἐκεῖ ποὺ παίχθηκε τὸ δρᾶμα τῶν δραμάτων, ἐκεῖ ποὺ δόθηκε ἡ μεγάλη μάχη μεταξὺ φωτὸς καὶ σκότους, ἀληθείας καὶ ψεύδους. Ἐκεῖ, στὸ Γολγοθᾶ, εἶνε τώρα ὁ ἐσταυρωμένος Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου.
Θεαταὶ τῆς θυσίας του εἶνε πολλοί. Ἀπ᾽ τὸν οὐρανὸ τὰ τάγματα τῶν ἁγίων ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, τὰ Χερουβὶμ καὶ Σεραφίμ, ποὺ ἀπὸ τὰ θεωρεῖα τῆς αἰωνιότητος βλέπουν τὸ δρᾶμα, ἀγανακτοῦν κ᾽ εἶνε ἕτοιμοι μὲ τὶς πύρινες ῥομφαῖες τους νὰ σαρώσουν τοὺς δημίους.Θεαταὶ ἀπ᾽ τὴ γῆ εἶνε ὁ ὄχλος ἐκεῖνος, ποὺ πρὶν τέσσερις μέρες, τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, ἐκραύγαζε «Ὡσαννά» (Ματθ. 21,9. Μᾶρκ. 11,9-10. Ἰω. 12,13) καὶ τώρα εἶνε κάτω ἀπ᾽ τὸ σταυρὸ γιὰ νὰ ἐμπαίξῃ.Θεαταὶ εἶνε ἀκόμα οἱ εἰδωλολάτρες στρατιῶτες , τὸ ἀπόσπασμα ποὺ μὲ ἐπὶκεφαλῆς τὸν ἑκατόνταρχο (λοχαγό) ἔλαβε ἐντολὴ ν᾽ ἀνεβῇ στὸν Κρανίου τόπον καὶ νὰ ἐκτελέσῃ τὴν ἀπόφασι τοῦ Ἰουδαϊκοῦ δικαστηρίου. Οἱ ἀγροῖκοι αὐτοὶ ῾Ρωμαῖοι, ποὺ ἔχουν λάβει μέρος σὲ μάχες καὶ συνήθισαν νὰ βλέπουν τὸ ἀνθρώπινο αἷμα νὰ χύνεται, εἶνε ἀδιάφοροι· ἢ μᾶλλον ὄχι ἀδιάφοροι, ἀλλὰ συνεχίζουν τὸν ἐμπαιγμὸ ποὺ ἔκαναν μέσα στὸ πραιτώριο τοῦ Πιλάτου.
Παρακολουθοῦν τὴν ἐκτέλεσι, παίζουν ζάρια κάτω ἀπ᾽ τὸ σταυρό, καὶ πίνουν ποτά…Ἀλλὰ ξαφνικὰ ὁ μεσαῖος ἀπὸ τοὺς τρεῖς ἐσταυρωμένους, ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος, ἑλκύειτὴν προσοχή τους. Βλέπουν ὅτι διαφέρει ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Ἐκεῖνοι βλαστημοῦν, καταριῶνται τὴ μέρα ποὺ γεννήθηκαν, ἐκσφενδονίζουν ὕβρεις σὲ ὅλους, ἐνῷ ὁ Ἐσταυρωμένος αὐτὸς σιωπᾷ . Ἡ σιωπή του εἶνε μυστηριώδης, σιωπὴ ποὺ προκαλεῖ συγκίνησι. Σιωπᾷ ὁ Χριστός.Κι ὅταν ἀνοίγει τὰ ἄχραντα χείλη του γιὰ νὰ πῇ τοὺς ἑπτὰ λόγους τοῦ σταυροῦ , τὰ λόγια του αὐτὰ δὲν εἶνε κατάρες, εἶνε εὐλογίες, λόγια ποὺ προκαλοῦν βαθειὰ ἐντύπωσι σὲκάθε ἀκροατὴ καὶ θεατή. Αὐτὰ τὰ λόγια τὰ πρόσεξαν οἱ σταυρωταὶ τοῦ Χριστοῦ μας. Οἱ στρατιῶτες τοῦ ἀποσπάσματος ἄκουσαν τὸ «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23,34) , ἄκουσαν τὸ «Διψῶ» (Ἰω. 19,28) , ἄκουσαν τὸ «Ἠλὶ Ἠλί, λιμᾶ σαβαχθανί;» «Θεέ μου Θεέ μου, ἱνα τί με ἐγκατέλιπες;» (Ματθ. 27,46. Μᾶρκ. 15,34) , ἄκουσαν καὶ τὸ «Τετέλεσται» (Ἰω. 19,30).
Ὅλα αὐτὰ τὰ ἄκουσαν καὶ διαλογίζονταν· Ποιός νά ᾽νε αὐτὸς ἆραγε; αὐτὸς διαφέρει τελείως ἀπὸ τοὺς ἄλλους καταδίκους… Κι ὅταν μετὰ τὸ μεσημέρι εἶδαν τὸν ἥλιο νὰ σκοτεινιάζῃ, τὸ σκοτάδι ν᾽ ἁπλώνεται σ᾽ ὅλη τὴν κτίσι, τὴ γῆ νὰ σείεται καὶ τὰ μνήματα ν᾿ ἀνοίγουν, τότε πλέον πίστεψαν.
Δὲν τοὺς ἔμεινε κανένας δισταγμὸς ἢ ἀμφιβολία, καὶ μαζὶ μὲ τὸν ἑκατόνταρχο εἶπαν κατατρομαγμένοι· «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» (Ματθ. 27,54)· αὐτὸς πραγματικὰ δὲν εἶνε τυχαῖος, ἔχει ὑπερφυσικὴ προέλευσι, εἶνε Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, Θεὸς ἀληθινός.
Ἀπὸ τότε ποὺ εἶπε τὰ λόγια αὐτὰ ὁ ἑκατόνταρχος ἔχουν περάσει –μετρῆστε–εἴκοσι περίπου αἰῶνες. Καὶ ἡ μαρτυρία - ὁμολογία αὐτὴ δὲν ἔμεινε μόνη· ἐπαναλαμβάνεται καὶ συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Πολλές, ἀναρίθμητες μαρτυρίες λένε, ὅτι ὄντως ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός, Θεάνθρωπος . Ἔχουμε ἀποδείξεις; Ἔχουμε. Ποιές εἶν᾽ αὐτές; Ἀναφέρω μερικές·
⃝«Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος». Τὸ φωνάζειπρῶτα - πρῶτα ἡ διδασκαλία του. Ἀνοῖξτε τὰκείμενα ὅλων τῶν θρησκειῶν, διαβάστε τὰ βιβλία τῶν φιλοσόφων, ἀκοῦστε τοὺς λόγους τῶν μεγαλυτέρων ῥητόρων· θὰ δῆτε, ὅτι ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ ὑπερτερεῖ, εἶνε ὑπέροχη. Δὲν ἀρνοῦμαι, ὅτι κι ἄλλοι εἶπαν σπουδαῖα πράγματα· ἀλλὰ τὰ λόγια τους μοιάζουν μὲ μικρὰ ψήγματα χρυσοῦ ἀνακατεμένα μέσα σ᾽ ἕνα ὄγκο εὐτελῶν μετάλλων· μοιάζουν μὲ μικρὰ φῶτα, πυγολαμπίδες θὰ ἔλεγα, μπροστὰ στὸν ἥλιο. Τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ εἶνε φῶς καὶ ζωή, κ᾽ ἔκαναν πάντα μεγάλη ἐντύπωσι.
Ἐχθρικοὶ ἀκροαταί του ἀναγκάστηκαν νὰ ὁμολογήσουν· «Οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος,ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος» (Ἰω. 7,46) . Ἂς προάγεται τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα, ὅπως εἶπε κάποιος, ἂςπροχωροῦν οἱ ἐπιστῆμες, ἂς γίνωνται ἀνακαλύψεις· ποτέ ἡ ἀνθρωπότης δὲν θὰ φθάσῃ τὸ ὕψος τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ κάποιος ἄλλος εἶπε· Δὲν ξέρω ἂν σὲ ἄλλους πλανῆτες κατοικοῦν λογικὰ ὄντα· ἀλλὰ καὶ ἂν ὑποθέσουμε ὅτι ὑπάρχουν καὶ κατοικοῦν ἐκεῖ, δὲν μπορεῖ νὰ ἔχουν θρησκεία ἀνώτερη ἀπὸαὐτὴν ποὺ κήρυξε ὁ Χριστός.
⃝ «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» · τὸ φωνάζειἡ διδασκαλία του, τὸ φωνάζουν καὶ τὰ θαύματά του. Τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ! Ὅπου ἅ-πλωνε τὰ ἄχραντα χέρια του, ὅπου ἀκουγό-ταν ἡ θεϊκὴ προσταγή του, ἐκεῖ ὁ ἄνεμος σταματοῦσε, ἡ τρικυμισμένη θάλασσα γαλήνευε,τὰ δαιμόνια ἔφευγαν, τυφλοὶ ἔβλεπαν, κουφοὶ ἄκουγαν, μουγγοὶ μιλοῦσαν, λεπροὶ καθαρίζονταν, παράλυτοι σηκώνονταν, κι αὐτοὶ ἀκόμα οἱ νεκροὶ ἀνασταίνονταν ἀπὸ τοὺς τάφους. Θαύματα πραγματικά, ὄχι φανταστικά.Θαύματα ποὺ ἔγιναν ὄχι νύχτα καὶ σὲ κάποια ἀθέατη γωνιά, ἀλλὰ μπροστὰ σὲ πλῆθος μάτια, μερικὲς φορὲς καὶ ἐχθρῶν, ποὺ τὰ ἔβλεπαν καὶ κατάπληκτοι ἔλεγαν· «Οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν»(Μᾶρκ. 2,12) . Τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ εἶνε ἀνα-ρίθμητα. Κι ἂν ἡ θάλασσα γίνῃ μελάνι κι ὁ οὐ-ρανὸς χαρτὶ καὶ τὰ δέντρα μολύβια, δὲν φτά-νουν γιὰ νὰ ἱστορηθοῦν τὰ θαύματα ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
⃝ «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» . Τὸ φωνάζειἀκόμα ὁ ἄψογος βίος του. Ὁ Χριστὸς εἶνε ἅγιος, ὄχι μὲ ἔννοια σχετικὴ ὅπως πολλοὶ ἄνθρωποι, ἀλλὰ μὲ ἔννοια ἀπόλυτη. Εἶνε ἐκεῖνος στὸν ὁποῖο δὲν ὑπάρχει καμμία κακία ἢ ἐλάττωμα, δὲν «εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ» (Ἠσ. 53,9 = Α΄ Πέτρ. 2,22) , ἐκεῖνος ποὺ ἡ ζωή του λάμπειἀπὸ κάθε πλευρά, ἐκεῖνος ποὺ ἡ ἀρετή του «ἐκάλυψεν οὐρανούς» (Ἀμβ. 3,3) . Ποιά ἀρετὴ τοῦ Χριστοῦ ν᾽ ἀναφέρουμε πρώτη; τὴ φτώχεια καὶ ἁπλότητά του, ποὺ κανείς ἄλλος δὲν ἔζησετόσο ταπεινὰ ὥστε νὰ μὴν ἔχῃ «ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ» (Ματθ. 8,20); τὴν πραότητα καὶ ἀνεξικακία του ἀπέναντι στοὺς ἐχθροὺς καὶ σταυρωτάς του; τὸ θάρρος καὶ τὴν ἀφοβία του ἐνώπιον τῶν ἀρχόντων καὶ τοῦ Πιλάτου ὅταν διεκήρυττε τὴν ἀλήθεια; τὴν ταπείνωσί του, μέχρι ση-μείου νὰ σκύψῃ νὰ πλύνῃ τὰ πόδια τῶν μαθητῶν του; ἢ πρὸ παντὸς τὴν ἀγάπη του πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ὑποφέρουν; Ὅλα αὐτὰ συνθέτουν τὴ μεγαλειώδη εἰκόνα τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ μας στὴ γῆ. Μερικοὶ προ-σπάθησαν νὰ τοῦ βροῦν ἐλαττώματα· ἔψαξαντὰ Εὐαγγέλια, πίεσαν τὸν ἐγκέφαλό τους, μὰ δὲν μπόρεσαν νὰ βροῦν ψεγάδι. Ὁ ἥλιος ἔχειτὶς κηλῖδες του, ἀλλὰ ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ ἀκηλίδωτος ἥλιος. Εἶνε ἐκεῖνος ποὺ εἶπε «Τίς ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας;» (Ἰω. 8,46) , καὶ τὸ ἐρώτημά του μένει ἀναπάντητο διὰ μέσου τῶν αἰώνων.
⃝ «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» , τὸ ἀποδεικνύουν ἡ διδασκαλία του, τὰ θαύματά του, ἡ ἁγιότης τοῦ βίου του, τὸ ἀποδεικνύει τέλος ἡ μαρτυρία τῶν αἰώνων. Δὲν τὸ μαρτυρεῖ μόνο ὁ ἑκατόνταρχος· τὸ μαρτυροῦν οἱ γενεὲς γενεῶν τῶν ἁγίων· μικρὰ παιδιὰ σὰν τὸν ἅγιο Κήρυκο ποὺ κρατοῦν στὴν ἀγκαλιὰ οἱ μητέρες, σεμνὲς παρθένες, ἁπλοϊκοὶ ἰδιῶτες ὅπως οἱ ψαρᾶδες, σοφοὶ ἐπιστήμονες· ὅλοι ὁμολογοῦν, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Θεὸς ἀληθινός.
Θεαταὶ κ᾽ ἐμεῖς σήμερα, ἀγαπητοί μου, τοῦ πάθους τοῦ Σωτῆρος μας. Πῶς παρακολουθοῦμε τὸ θεῖο δρᾶμα; Ὅπως οἱ ἄγγελοι μὲ ἀγάπη καὶ λατρεία, ἢ ὅπως ὁ ὄχλος ποὺ ξέχασε τὰ «Ὡσαννά» καὶ φώναζε «Σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν»; (Ἰω. 19,6) . Ἂς τὸ παρακολουθοῦμε ὅπως ὁ ἑκατόνταρχος, ποὺ ἄφησε τοὺς δισταγμούς, πίστεψε καὶ τὸν ὡμολόγησε Υἱὸ Θεοῦ.Ἂν ὑπάρχῃ κάποιος ποὺ ἔχει κάποια ἀμφιβολία γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, δὲν ἔχειπαρὰ νὰ τὸν πλησιάσῃ, νὰ ἐξετάσῃ, νὰ ἐρευνήσῃ μὲ εἰλικρίνεια . Καὶ τότε σὰν τὸν ἑκατόνταρχο θὰ ὁδηγηθῇ ἀπὸ τὰ πράγματα νὰ ὁμο-λογήσῃ κι αὐτός, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε «ἀληθῶς Θεοῦ Υἱός» , ὅτι εἶνε τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ τρία πρόσωπα τῆς ἁγίας Τριάδος, ὅτι εἶνε ὁ Θεάνθρωπος Λυτρωτής· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 24-4-1981.
 
http://agapienxristou.blogspot.ca
http://www.agiameteora.net/
http://agiameteora.net/index.php/megalis-evdomadas/4951-megali-paraskevi-proi-lith-s-theo-y-s-n-o-tos.html 
http://agiameteora.net/index.php/megalis-evdomadas/4951-megali-paraskevi-proi-lith-s-theo-y-s-n-o-tos.html 
http://agiameteora.net/index.php/megalis-evdomadas/4951-megali-paraskevi-proi-lith-s-theo-y-s-n-o-tos.html 

Tuesday, April 3, 2018

Δέν θέλει τήν ἐξομολόγηση ὁ διάβολος ( Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης )



Μιά δαιμονισμένη ὁμολογοῦσε: “Ὅταν ἤμουν 13 χρονῶν, ἔβοσκα τά γελάδια σέ μιά ρεματιά καί ἐκεῖ βλαστήμησα τόν Χριστό καί τόν ἀντίχριστο καί δαιμονίστηκα, μπῆκε μέσα μου δαίμονας. Ἀπό τότε δέν εἶμαι καλά.


Παντρεύτηκα καί μέ πῆγε ὁ ἄντρας μου στήν Ἀγγλία, στήν Γερμανία, σέ ὅλους τούς γιατρούς. Οἱ γιατροί δέν βρῆκαν τίποτα. Δέν ξέρουν ὅτι ἔχω δαίμονα. Τώρα, μέ ἔφερε καί σέ σένα”.
»Τούς εἶπα, “ἐξομολόγηση καί θεία Κοινωνία” καί φώναξε τό δαιμόνιο: “Ἐσύ δέν τά λές καλά! Ἐκεῖνος ὁ ἄλλος ὁ παπάς (ἕνας ἄλλος Ἱερέας ἐξ ἐγγάμων πού εἶχαν πάει πρωτύτερα) τά λέει καλύτερα. Μόνο μεταλαβιά (θεία Κοινωνία), δέν χρειάζονται διαβάσματα (ἐξομολόγηση) “.
»Εἴδατε, ἀδελφοί μου, πώς δέν τήν θέλει τήν ἐξομολόγηση ὁ διάβολος καί ὅτι ἡ θεία Κοινωνία δίχως ἐξομολόγηση δέν ὠφελεῖ σέ τίποτα».

«Κοινωνᾶμε, ἀλλά δέν κοινωνᾶμε»
Μιά κυρία ἀπό ἕνα χωριό, ἦρθε πρίν μερικά χρόνια νά μέ δῆ. Μοῦ εἶπε ὅτι ἦρθε στίς Ροβιές στό πανηγύρι καί κατά τό ἔθος κοινώνησε. Ὅμως, ἐνῶ κατάπιε τό “ζμί” (ζουμί–αἷμα Κυρίου), τό “κοψίδι” (ψίχα–σῶμα Κυρίου) ἔμεινε κάτω ἀπό τήν γλῶσσα καί δέν μποροῦσε νά τό καταπιῆ. Πήγανε σέ ἕνα σπίτι, τούς κέρασαν καφέ καί παξιμάδι, τά ἔφαγε, ἀλλά τό κομματάκι δέν κατέβαινε. Τό εἶπε στήν γειτόνισσα καί τήν παρακάλεσε νά τό σκουντήση μέ τό χέρι της. Φύγανε ἀπό τίς Ροβιές. Στόν δρόμο εἴχανε ψωμί καί τυρί καί φάγανε σέ μιά πηγή πού σταματήσανε. Αἰσθάνθηκε ὅτι εἶναι ἀκόμα ἐκεῖ τό ψιχουλάκι καί αἰσθανόταν ὅτι μοσχοβολάει. Ἔβαλε τό δάκτυλο καί τό σκουντοῦσε καί αὐτό ἔβγαινε ἔξω πάλι στήν γλῶσσα της.
— Τί ἦταν αὐτό, π. Ἰάκωβε; μέ ρώτησε.
— Μήπως εἶχες κανένα ἁμάρτημα καί πῆγες νά κοινωνήσης καί δέν ἤσουν ἄξια καί ἱκανή νά πᾶς νά κοινωνήσης; Μήπως μέ καμμιά σου γειτόνισσα τά εἶχες χαλάσει;
— Ναί, παπά μου! Ἦρθε ἡ κόττα τῆς γειτόνισσας στήν αὐλή μου καί τήν ἔδιωξα λέγοντας “ἴσου! νά φᾶς τήν νοικοκυρά σου, νά ψοφήση ἡ νοικοκυρά σου!”. Καί ὕστερα σάν νά μέ φώτισε ὁ Θεός τό βράδυ καί μοῦ εἶπε: “Δέν πᾶς νά πάρης συγχώρηση ἀπό τήν γειτόνισσα;”. “Νά πάω”, εἶπα. Στόν δρόμο ὅμως πού πήγαινα, μοῦ εἶπε ὁ λογισμός: “Ἔ! δέν εἶναι τίποτα. Καί ἡ δική μου πάει σέ αὐτήν καί αὐτῆς ἔρχεται σέ μένα”.
»Βλέπετε τί τῆς εἶπε ὁ διάβολος; Καί ἐνῶ πῆγε νά κοινωνήση, δέν κοινώνησε, διότι εἶχε καταραστῆ τήν γειτόνισσά της».

«Καί μιά ἄλλη φορά, ἕνα παλληκάρι ἦρθε νά κοινωνήση καί δίσταζα λίγο μέσα μου νά τό κοινωνήσω. Φαίνεται θά εἶχε κάποιο πνευματικό κώλυμα. Ὅταν, λοιπόν, τό κοινωνοῦσα, ἕνας παρευρισκόμενος μοναχός, ἀρετῆς ἄνθρωπος, εἶδε νά φεύγη ἀπό τήν ἁγία Λαβίδα μιά χρυσή λάμψη, νά περνᾶ πάνω ἀπό τό κεφάλι μου καί νά πάη πάνω στήν ἁγία Τράπεζα καί κάθησε ἐκεῖ. Μετά τήν ἀκολουθία, μοῦ τό εἶπε ὁ μοναχός καί μοῦ εἶπε ὅτι τό ἔβλεπε (τό παλληκάρι) μαῦρο στό πρόσωπο.


»Βλέπετε; Κοινωνᾶμε ἀλλά δέν κοινωνᾶμε! Γι᾽ αὐτό καί οἱ μάγοι καί οἱ αἱρετικοί μερικές φορές συνιστοῦν καί θεία Κοινωνία, ἀλλά φροντίζουν νά μήν (μᾶς ἀφήσουν νά) σκεφτοῦμε (γιά) νά προετοιμαστοῦμε σωστά».


ΑΠΟΣΜΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΕΝΩΜΕΝΗΣ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ: Ο ΓΕΡΩΝ ΙΑΚΩΒΟΣ